Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2015

ΓΙΑΤΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΜΑΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΩΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΗ»



Τό συγκεκριμένο αὐτό ἐπίθετο, πού παράγεται ἀπό τό ὀρθῶς δοκέω (φρονῶ, πιστεύω, ἀσπάζομαι) δείχνει πρωτίστως τήν ὀρθή πίστη, τό ὀρθό φρόνημα, τήν ὀρθή ἄποψη. Ὅλα αὐτά τά συνώνυμα σχετίζονται μέ τό δογματικό μέρος τῆς πίστης, τό ὁποῖο, ἀφοῦ δέχθηκε ἡ Ἐκκλησία ἀπό τόν Κύριο καί τούς Ἀποστόλους, τό διεφύλαξε ἀπαραχάρακτο διαμέσου τῶν αἰώνων, διατηρώντας το σωστά καί σωστά ἑρμηνεύοντάς το καί ὀρθοτομώντας το.

Ὡς τέτοια ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀντιδιαστέλλεται αὐτομάτως ἀπό τίς ὑπόλοιπες ἑτερόδοξες Ἐκκλησίες, οἱ ὁποῖες χαρακτηρίζονται ἔτσι, ἐπειδή ἀκριβῶς «ἑτέρως δοκοῦσι», δηλαδή δέν παραδέχονται σωστά ὁλόκληρη τήν ἀλήθεια πού ἀποκαλύφθηκε ἀπό τόν Χριστό, ἀλλά τήν διαφοροποίησαν σέ πολλά ἤ καί μόνο μερικά σημεῖα τοῦ περιεχομένου της. Εἶναι φανερή λοιπόν ἡ συνακόλουθη ἀντίθεση τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπέναντι σέ κάθε αἵρεση, κακοδοξία καί πλάνη στό δογματικό πεδίο. Τά τρία αὐτά στοιχεῖα, ἐπειδή ἀπειλοῦν νά καταστρέψουν τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας στήν πίστη, θεωρήθηκαν ἀνέκαθεν ἔγο τῆς καταστρεπτικῆς ἐπενέργειας τοῦ διαβόλου καί καταπολεμήθηκαν σταθερά ἀπό τήν Ἐκκλησία. Τό πνεῦμα αὐτό ἐκφράζει μέ τόν καλύτερο τρόπο ἡ μεγάλη ἑορτή τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ὁποία τελεῖται ἀπό τήν Ἐκκλησία τήν πρώτη Κυριακή τῶν νηστειῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τοῦ σταδίου δηλαδή τῆς πνευματικῆς περισυλλογῆς καί προετοιμασίας γιά τόν ἄξιο ἑορτασμό τοῦ Πάσχα. Ἡ ἑορτή αὐτή καθορίσθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία κατά βάσιν γιά τήν ἀνάμνηση τῆς πανηγυρικῆς ἀναστήλωσης τῶν εἰκόνων τῶν ἁγίων στούς ὀρθόδοξους ναούς – τῆς πανηγυρικῆς νίκης τῶν εἰκόνων ἐνάντια στούς ἐχθρούς τους – πού πραγματοποιήθηκε τό 843 ἀπό τήν αὐτοκράτειρα Θεοδώρα. Πέραν αὐτοῦ ὅμως καί κατ᾽ ἐπέκτασιν καθορίσθηκε γιά τήν ἀνάμνηση τοῦ γενικώτερου θριάμβου τῆς Ἐκκλησίας κατά τῶν ποικίλων ἐχθρῶν της, εἴτε ὅσων θέλησαν διαμέσου τῶν αἰώνων μέ τό αἷμα καί τό ξίφος νά καταπνίξουν στή γένεσή του τό Χριστιανισμό εἴτε ὅσων προσπάθησαν μέ τήν πένα καί τό χαρτί νά νοθεύσουν τήν ἀληθινή πίστη στό Χριστό, διαστρέφοντας καί διαστρεβλώνοντας τόν δογματικό θησαυρό τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἑορτή τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἡ πανηγυρική ἔκφραση τοῦ θριάμβου τῆς ὀρθῆς πίστης, ἡ ἐκδήλωση τῆς ἀκατάλυτης δύναμης τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἑορτή τῆς αὐτοσυνειδησίας τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς. Ἀπό τά παραπάνω γίνεται σαφής ὁ ἄμεσος συσχετισμός τοῦ ὅρου «Ὀρθοδοξία» πρός τήν ὀρθή πίστη καί διδασκαλία. Κι εἶναι περιττό νά ποῦμε, ὅτι ὡς τέτοια ἡ Ὀρθοδοξία ἀπηχεῖ τήν ἑνότητα καί καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας.
Παράλληλα ὅμως πρός τήν παραπάνω ἔννοια ὁ ὅρος μπορεῖ νά ἔχει καί ἄλλη σημασία. Ἔτσι, μπορεῖ νά σημαίνει καί αὐτόν πού ἀναπέμπει τήν ὀρθή δόξα (ἀπό τό δοξάζω = γεραίρω, δοξολογῶ), δηλαδή τή γνήσια, ἀληθινή καί ὀρθή δοξολογία καί τήν πρέπουσα ὑμνολόγηση τοῦ Θεοῦ.
Σύμφωνα μέ τήν ἐκδοχή αὐτή πού γίνεται ἀποδεκτή κατά κανόνα ἀπό τούς Ρώσους θεολόγους, ἡ οὐσία τῆς Ὀρθοδοξίας συνίσταται στήν ὀρθή ἐξύμνηση τοῦ Θεοῦ πού πραγματοποιεῖται μέσα στήν ὀρθή πίστη τή λατρεία καί τή γενικώτερη ἐσωτερική καί ἐξωτερική ζωή καί συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας ὡς μυστικό σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Σ᾽ αὐτή τήν εὐρύτερη ἔννοια συμπεριλαμβάνεται, ἀσφαλῶς, καί ἡ ὀρθή ἀποδοχή καί διαφύλαξη τῶν δογμάτων τῆς πίστης.
Ἡ ἔμφαση ὅμως δέν δίνεται τόσο στό θεωρητικό καί διανοητικό περιεχόμενο τῆς πίστης, ὅσο στήν πρακτική καί ζωντανή σχέση τῆς Ἐκκλησίας μέ τό Θεό. Ἡ πίστη καθόλου δέν σημαίνει μιά ἁπλή διανοητική παραδοχή τῶν ἀληθειῶν πού πρέπει νά πιστευθοῦν, ἀλλά ἀποτελεῖ ζωντανή σχέση καί παράσταση τῆς ψυχῆς πού πιστεύει μπροστά στό Θεό. Ἀπ᾽ αὐτή τήν πίστη, συνεπῶς, προκύπτει καί πραγματοποιεῖται ὁ ἀληθινός ἔπαινος καί ἡ δόξα τοῦ μεγαλείου τοῦ Θεοῦ. Σύμφωνα μέ τήν ἄποψη αὐτή Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σημαίνει ἐκείνη τήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία μέσα ἀπ᾽ ὅλη τήν ὑπόσταση καί ζωή της ἔχει σάν ἔργο τήν ὀρθή ἐξύμνηση τοῦ μεγαλείου τοῦ Χριστοῦ ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, τόν συνεχῆ ἔπαινο καί τή δόξα τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ.
Οἱ δύο αὐτές ἀπόψεις, βέβαια, καθόλου δέν ἀποκλείουν ἡ μία τήν ἄλλη ἀλλά μποροῦν κάλλιστα νά συνυπάρχουν ἀποτελώντας ἀγαστή ἑνότητα μέσα στήν ὁποία φανερώνεται ὁ πνευματικός χαρακτήρας καί ἡ βαθύτερη οὐσία τῆς Ὀρθοδοξίας. Εἴτε πεῖ κανείς ὅτι τήν Ὀρθοδοξία τή συγκροτεῖ ἡ ὀρθή ἀποδοχή καί διαφύλαξη τοῦ δογματικοῦ περιεχομένου τῆς Θείας ἀποκαλύψεως, εἴτε ὅτι τήν ἀπηχεῖ ἡ ὀρθή δοξολογία τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπ᾽ ὅλη τή ζωή καί τήν αὐτοσυνειδησία της, στήν οὐσία ἐκφράζει ἕνα καί τό αὐτό πρᾶγμα. Κι αὐτό γιατί τό δόγμα σέ μᾶς δέν σημαίνει σκέτη θεωρία περί πίστεως, ἀλλά ἀλήθεια τήν ὁποία ζεῖ μυστικά ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία καί ἡ ὁποία ἐμποτίζει ὁλόκληρη τήν δραστηριότητά της καί ἀντικαθρεφτίζεται σ᾽ ὁλόκληρη τή ζωή της. Φυσική συνέπεια αὐτῆς τῆς ἀλήθειας εἶναι ἡ ὀρθή λατρεία καί δόξα τοῦ Θεοῦ. Σύμφωνα μ᾽ αὐτά ἡ Ὀρθοδοξία κατά κανένα τρόπο δέν μπορεῖ νά χωρισθεῖ ἀπό τήν ὀρθοπραξία οὔτε νά νοηθεῖ κάθε μία χωρίς τή συμμετοχή τῆς ἄλλης καί τή συνύπαρξη μέ τήν ἄλλη. Ὀρθή πίστη καί ὀρθή πράξη, ἰδού οἱ δύο πολύτιμοι στύλοι, πάνω στούς ὁποίους στηρίζεται ἀκλόνητα ὁλόκληρο τό οἰκοδόμημα τῆς Ὀρθοδοξίας.



(Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀνδρέα Θεοδώρου, Η ΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ, Ἀθήνα 1998, σελ. 20-23. [Σημ. ἱστολ.: Ὁ τίτλος εἶναι δικός μας])

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε να γράφετε τα σχόλιά σας με τρόπο ευπρεπή καί όχι στα greeklish, για να μην δυσκολεύετε τον αναγνώστη.