Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ (1)

Μητροπολίτου Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίου


ΣΕΙΡΑ ΣΥΝΤΟΜΩΝ ΚΗΡΥΓΜΑΤΩΝ

1. ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ (α)

Ἀπό τό σημερινό μου κήρυγμα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, θά ἀρχίσω νά σᾶς μιλῶ γιά τή Θεία Λειτουργία. Ἄν σᾶς ρωτήσει κανείς ποιό εἶναι τό καλύτερο καί τό ὡραιότερο πράγμα πού γίνεται στήν γῆ, νά τοῦ ἀπαντήσετε: Εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία. Ὄχι ὅμως μόνο κάτω στήν γῆ, ἀλλά, κατά ἀνερμήνευτο μυστικό τρόπο, παράλληλα μέ ᾿μᾶς, καί πάνω στόν οὐρανό τελοῦν οἱ Ἄγγελοι τήν Θεία Λειτουργία. Τό ἀνώτερο λοιπόν στήν γῆ καί στόν οὐρανό εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία.
Ἡ Θεία Λειτουργία, ἀγαπητοί μου, δέν εἶναι ἔργο ἡμῶν τῶν Ἱερέων μόνο. Γιατί ἔτσι λέγουν πολλοί, ὅτι ἡ Λειτουργία εἶναι «δουλειά τῶν παπάδων». Ὄχι! Λέγεται «Λειτουργία», γιατί εἶναι ἔργο τοῦ «λείτους». Αὐτές οἱ δυό λέξεις «ἔργον» καί «λεῖτος» κάνουν τή λέξη «Λειτουργία». «Λεῖτος» λέγεται ὁ λαός. Ἄρα ἡ Λειτουργία εἶναι ἔργο τοῦ λαοῦ. Αὐτό εἶναι τό μεγάλο ἔργο, ἀγαπητοί μου, αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη προσφορά, πού κάνει ἡ Ἐκκλησία γιά τόν λαό της: Κάνει γι᾿ αὐτόν τήν Θεία Λειτουργία, πού εἶναι τό πᾶν, πού δέν μπορεῖ νά τήν κάνουν οἱ σοφοί καί οἱ ἄρχοντες τοῦ κόσμου. Κι ἀφοῦ λοιπόν ἡ Θεία Λειτουργία γίνεται γιά τόν λαό, ἐλᾶτε νά σᾶς πῶ τώρα τήν πρώτη ἀλήθεια: Μόνος του ὁ παπᾶς χωρίς νά ἔχει καί λαό στήν Ἐκκλησία, ἔστω καί μιά γιαγιά, δέν μπορεῖ νά τελέσει τήν Θεία Λειτουργία.
Στήν Θεία Λειτουργία, ἀγαπητοί μου, βρίσκουμε τόν Θεό καί παίρνουμε τήν Χάρη Του. Ἄν σᾶς ρωτήσει κανείς, ἐσᾶς πού ἔρχεστε στήν Ἐκκλησία, τί εἴδατε καί τί πήρατε ἐκεῖ μέσα πού εἴσαστε κλεισμένοι, νά τούς πεῖτε: Εἴδαμε τό Φῶς τό ἀληθινό, λάβαμε Πνεῦμα ἐπουράνιο!
Νά λειτουργιέστε, ἀδελφοί μου χριστιανοί, γιά νά παίρνετε τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, αὐτό τό Φῶς τό ἀληθινό. Παλαιότερα, ὅταν ἤθελαν νά ποῦν γιά κάποιον ὅτι εἶναι κακός ἄνθρωπος, τόν ἔλεγαν «ἀλειτούργητο». Ὅταν ἡ ἐγγόνα ἀγαποῦσε κάποιον, πού δέν πήγαινε στήν Ἐκκλησιά, ἡ γιαγιά ἔλεγε: «Τόν ἀλειτούργητο θά πάρεις, παιδάκι μου; Τί προκοπή θά κάνεις μέ τόν ἀλειτούργητο;»
Γιά νά μή σᾶς κουράσω ἄλλο στό πρῶτο αὐτό εἰσαγωγικό κήρυγμα γιά τήν Θεία Λειτουργία, θέλω νά τελειώσω μέ μιά ὄμορφη ἱστορία, πού τήν γράφουν τά συναξάρια μας. Συνέβηκε τήν περίοδο τῆς τουρκοκρατίας:
Στό χειμερινό παλάτι τοῦ πασᾶ, ἦταν ὑπηρέτες δυό παλληκάρια: Ὁ ἕνας ἦταν Τοῦρκος καί ὁ ἄλλος χριστιανός. Ἀλλά ἡ γυναίκα τοῦ πασᾶ – πασίνα ἄς τήν ποῦμε – «τά ᾿φτιαξε» μέ τόν Τοῦρκο. Εἶχε ὅμως ἐμπόδιο τόν χριστιανό, πού ἦταν καί αὐτός μέσα στό παλάτι, καί δέν μποροῦσε λοιπόν ἡ κυρά νά κάνει ὅ,τι ἤθελε μέ τόν Τοῦρκο. Γι᾿ αὐτό καί πῆρε ἀπόφαση νά σκοτώσει τόν χριστιανό. Καί νά τί ἔκανε: Τόν καιρό ἐκεῖνο ὁ πασᾶς ἦταν στό θερινό του παλάτι. Πῆγε λοιπόν καί τόν βρῆκε καί συκοφάντησε τόν χριστιανό ὑπηρέτη: «Ἄνδρα μου πασᾶ», τοῦ εἶπε, «ὅλα καλά στό παλάτι. Γιά τόν Τοῦρκο ὑπηρέτη μας, δέ λέω. Πολύ καλός καί ὑπάκουος. Ἀλλά τόν ἄλλο, τόν χριστιανό ὑπηρέτη πού ἔχουμε, πρέπει νά τόν διώξεις, πρέπει νά τόν σκοτώσεις, γιατί σχεδιάζει νά σοῦ κάνει κακό. Ὅλο σέ κατηγορεῖ καί σέ ὅλους λέει ἐναντίον σου». Σάν τ᾿ ἄκουσε αὐτά ὁ πασᾶς, χριστιανοί μου, μάνιασε καί εἶπε στήν γυναίκα του μέ θυμό: «Νά μοῦ τόν στείλεις ἐδῶ τήν Κυριακή ὀχτώ ἡ ὥρα τό πρωί καί θά διατάξω νά τοῦ πάρουν τό κεφάλι. Καί μετά ἀπό μιά ὥρα νά μοῦ στείλεις τόν καλό σου ὑπηρέτη, τόν Τοῦρκο, νά τοῦ δώσω σέ ἕνα σακκούλι τό κεφάλι τοῦ χριστιανοῦ νά σοῦ τό φέρει». Χαρά ἡ πασίνα πού θά τά κατάφερνε νά διώξει ἀπό τά πόδια της τόν χριστιανό καί νά ᾿ναι ἐλεύθερη στό παλάτι μέ τόν Τοῦρκο! Περίμενε πότε νά ᾿ρθει ἡ Κυριακή, γιά νά πραγματοποιηθεῖ ὁ καημός της. Ἦρθε λοιπόν ἡ Κυριακή καί πρωί πρωί εἶπε στόν χριστιανό ὑπηρέτη της νά πάει στόν πασᾶ, γιατί τόν θέλει. Καί ξεκίνησε ὁ χριστιανός, γιά νά πάει γιά τόν πασᾶ. Στόν δρόμο πού πήγαινε πέρασε ἀπό μιά Ἐκκλησιά καί θυμήθηκε τή μάνα του. «Παιδί μου», τοῦ ἔλεγε ἡ μάνα του, ἀπό μικρό πού τόν εἶχε κοντά της, «τήν Κυριακή τό πρωί, ὅταν περάσεις ἀπό Ἐκκλησία, νά μπεῖς μέσα καί νά μή φύγεις μέχρις ὅτου ὁ παπᾶς πεῖ τό “Δι᾿ εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν...” καί τελειώσει ἡ Λειτουργία». Ἔτσι ἔκανε καί ὁ χριστιανός ὑπηρέτης. Μπῆκε στήν Ἐκκλησία, ἔκανε τόν σταυρό του, ἄκουσε ὅλη τήν Θεία Λειτουργία, πῆρε ἀντίδωρο ἀπ᾿ τοῦ παπᾶ τό χέρι καί ἔφυγε. Εἶχε περάσει μία - μιάμιση ὥρα. Ἐν τῷ μεταξύ ἡ γυναίκα τοῦ πασᾶ εἶχε στείλει τόν Τοῦρκο ὑπηρέτη, γιά νά τοῦ δώσει ὁ πασᾶς τό κεφάλι τοῦ χριστιανοῦ, ὅπως εἶχαν συνεννοηθεῖ. Ἀλλά ὁ δεύτερος ἔγινε πρῶτος. Πρῶτος στόν πασᾶ πῆγε ὁ Τοῦρκος. Ὁ πασᾶς τώρα, πού δέ γνώριζε στό πρόσωπο τούς ὑπηρέτες στό χειμερινό παλάτι, γιατί τό διαφέντευε ἡ κυρά του, νόμισε τόν Τοῦρκο γιά τόν χριστιανό, πού τάχα τόν συκοφαντοῦσε, καί διέταξε ἀμέσως νά τοῦ πάρουν τό κεφάλι. Ἔφτασε ἀργότερα καί ὁ χριστιανός ὁ λειτουργημένος. «Μέ ἔστειλε ἡ κυρά σου, ἀφέντη μου», εἶπε στόν πασᾶ. «Τί μέ θέλεις; Στίς προσταγές σου». Κι ὁ πασᾶς, χριστιανοί μου, τοῦ ἔδωσε σέ ἕνα δεμένο σακκούλι τό κεφάλι τοῦ ἄλλου ὑπηρέτη, πού εἶχε σκοτώσει. Καί αὐτός ὁ ὑπηρέτης ἦταν ὁ Τοῦρκος. «Πάρε, παιδί μου, αὐτό τό σακκούλι», τοῦ εἶπε, «καί πήγαινέ το στήν κυρά σου. Θά χαρεῖ πολύ, ὅταν τό ἀνοίξει».
Σάν ἔφτασε ὁ χριστιανός ὑπηρέτης στήν γυναίκα τοῦ πασᾶ καί τῆς πῆγε τό σακκούλι μέ τό κεφάλι τοῦ ἀγαπημένου της Τούρκου αὐτή λιποθύμησε, γιατί ποτέ της δέν περίμενε ὅτι θά ἔρθουν ἀντίστροφα τά πράγματα.
Τί ἔσωσε, χριστιανοί μου, τόν χριστιανό ὑπηρέτη ἀπό τόν βέβαιο θάνατο; Τόν ἔσωσε ἡ Θεία Λειτουργία! Ὅλοι λοιπόν στήν Θεία Λειτουργία, γιά νά παίρνουμε τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς σώζει ἀπό τούς κινδύνους.



2. ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ (β)

1. Συνεχίζουμε, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, τήν ἑρμηνεία στήν Θεία Λειτουργία, πού ἀρχίσαμε ἀπό τό προηγούμενο κήρυγμά μας.
Σᾶς εἶπα ὅτι ἡ Θεία Λειτουργία δέν εἶναι ἔργο μόνον τοῦ παπᾶ, ἀλλά καί τοῦ «λείτους», δηλαδή τοῦ λαοῦ, γι᾿ αὐτό καί λέγεται «Λειτουργία». Καί ἀκόμη στό προηγούμενο κήρυγμά μου σᾶς εἶπα ὅτι, ὅποιος λειτουργιέται, ἔχει τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, πού τόν φυλάγει ἀπό πολλούς κινδύνους.
2. Συνεχίζουμε σήμερα καί σᾶς λέγω ὅτι στήν Θεία Λειτουργία ζοῦμε ὅλη τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ, ἀπό τήν Φάτνη τῆς Βηθλεέμ μέχρι τήν Σταύρωση στόν Γολγοθᾶ. Ζοῦμε τήν Γέννηση, τήν Βάπτιση, τήν Σταύρωση καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί αὐτήν ἀκόμη τήν Δεύτερη τοῦ Χριστοῦ Παρουσία. Γιατί παλαιά, ὅταν τελείωνε ἡ Θεία Λειτουργία, οἱ παλαιοί χριστιανοί ἔλεγαν: «Ἐλθέτω Χάρις καί παρελθέτω κόσμος». Δηλαδή: Ἔλα νά μᾶς πάρεις, Χριστέ, μέ τήν Δεύτερή Σου Παρουσία!
Ἡ Θεία Λειτουργία ὅμως, ἀδελφοί μου, δέν εἶναι ἁπλᾶ μία ἀνάμνηση τῶν γεγονότων τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά εἶναι μία ἀναπαράσταση τῶν γεγονότων αὐτῶν. Ὁ Χριστός ἀνα-ΠΑΡΙΣΤΑΤΑΙ, εἶναι δηλαδή Παρών στήν Θεία Λειτουργία. Ἔτσι, χριστιανοί μου, ὅταν ἀκοῦτε στήν Λειτουργία τόν Ἱερέα σας νά διαβάζει τό Εὐαγγέλιο, νά νοιώθετε τόν Ἴδιο τόν Χριστό ὅτι σᾶς μιλάει ἀπό τήν Ὡραία Πύλη καί σᾶς κηρύττει τόν Ἅγιό Του λόγο. Καί ὅταν πάλι βλέπετε τόν Ἱερέα νά βγάζει τά Ἅγια, νά νοιώθετε ὅτι εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, πού πάει μέ τόν Σταυρό Του στόν Γολγοθᾶ, γιά νά σταυρωθεῖ.
3. Στήν Θεία Λειτουργία, φέρνουμε τήν κτίση στόν Θεό καί τήν ἁγιάζουμε καί τήν θεώνουμε. Ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου, ἀδελφοί  μου, εἶναι νά θεωθεῖ. Καί ὄχι  μόνο νά θεωθεῖ αὐτός, ἀλλά καί νά θεώσει τήν κτίση. Γι᾿ αὐτό καί ἔχουμε σῶμα, πού ἀποτελεῖται ἀπό ὅλα τά στοιχεῖα τοῦ γύρω κόσμου μας. Θεούμενος ὁ ἄνθρωπος θεώνει καί τό σῶμα του καί ἔτσι φέρνει τήν κτίση στόν Θεό, γιατί τό σῶμα μας ἀποτελεῖται ἀπό ὅλα τά στοιχεῖα τῆς κτίσης. Ἀλλά ἀποτύχαμε στόν σκοπό μας αὐτό, γιατί θρέψαμε τό σῶμα μας μέ τόν ἀπηγορευμένο καρπό. Αὐτό ὅμως, πού μέ τήν πτώση μας τό ἀποτύχαμε καί δέν καταφέραμε νά ἁγιάσουμε τήν κτίση, τό πετυχαίνουμε στήν Θεία Λειτουργία. Γιατί, γιά νά γίνει ἡ Θεία Λειτουργία φέρνουμε πρόσφορο καί ἀνάμα, ψωμί καί κρασί. Αὐτά εἶναι ὑλικά στοιχεῖα, εἶναι κτίση, πού τήν προσφέρουμε στόν Θεό. Καί μιά στιγμή, ἱερή στιγμή, πού ὁ παπᾶς κράζει «Τά Σά ἐκ τῶν Σῶν», γίνεται Θαῦμα, χριστιανοί μου: Τό ψωμάκι γίνεται Σῶμα Χριστοῦ καί τό κρασάκι γίνεται Αἷμα Χριστοῦ. Δηλαδή θεώνεται ἡ κτίση! Στήν Μεταμόρφωση δέν ἔλαμψε μόνο τό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τά ἱμάτιά Του – πού εἶναι κτίση – ἔγιναν «λευκά ὡς τό φῶς»!
4. Ἡ Θεία Λειτουργία, ἀδελφοί μου, τέλος, εἶναι ἕνα δράμα, πολύπαικτο δράμα μέ κλιμακωτό σχῆμα. Νά, τί θέλω νά πῶ: Στήν Θεία Λειτουργία ἄλλοτε μιλάει ὁ παπᾶς στόν λαό καί ὁ λαός, δηλαδή ὁ ψάλτης, μιλάει στόν Θεό. Καί ἄλλοτε ἀλλάζει αὐτό καί ὁ παπᾶς μιλάει στόν Θεό καί ὁ λαός στόν παπᾶ. Ὅταν, γιά παράδειγμα, ὁ ἱερέας λέει «Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν» καί «Ὑπέρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης κ.λπ», τότε μιλάει στόν λαό καί ὁ λαός ἀπαντᾶ: «Κύριε, ἐλέησον». Δηλαδή, ὁ λαός μιλάει στόν Θεό καί Τόν παρακαλεῖ νά στείλει τά ἐλέη Του. Καί ὅταν  ὁ παπᾶς λέει «Εἰρήνη πᾶσι» μιλάει πάλι στόν λαό καί ὁ λαός τοῦ ἀπαντᾶ: «Καί τῷ πνεύματί σου». Καί σέ σένα, δηλαδή, πάτερ μου, νά ἔρθει εἰρήνη! Ὅταν ὅμως ὁ ἱερέας λέει «Ὅτι πρέπει Σοί πᾶσα δόξα...», τότε αὐτός μιλάει στόν Θεό καί ὁ λαός τοῦ ἀπαντᾶ μέ τό «Ἀμήν», μέ τό ὁποῖο σφραγίζει τά λόγια τοῦ ἱερέα στό Θεό. Γιατί τό «Ἀμήν» σημαίνει «ἀλήθεια». Ἕνα δράμα, λοιπόν, εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία, ἕνα πολύπαικτο δράμα καί τό δράμα αὐτό ἔχει κλιμακωτό χαρακτήρα. Ἀπό τά κατώτερα πρός τά ἀνώτερα καί τά ὑψηλότερα. Πρῶτα διαβάζεται ὁ Ἀπόστολος, πού εἶναι τά λόγια τῶν Ἀποστόλων καί ἔπειτα τό ἀνώτερο, τό Εὐαγγέλιο, πού εἶναι τά λόγια τοῦ Χριστοῦ. Πρῶτα ἡ Λειτουργία τῶν «Κατηχουμένων», πού ἦταν ἀβάπτιστοι, ἀλλά κατηχοῦνταν γιά νά βαπτισθοῦν καί ἔπειτα ἡ Λειτουργία τῶν «Πιστῶν», τῶν βαπτισμένων δηλαδή. Καί τελευταῖα, ἐπειδή εἶναι τό ἀνώτερο ἀπ᾿ ὅλα, προσφέρεται ἡ Θεία Κοινωνία στούς πιστούς.
Ἄς μᾶς φωτίσει ὁ Θεός, χριστιανοί μου, γιά νά ἔχουμε αὐτό τό ἀναγωγικό ἀνέβασμα στήν Θεία Λειτουργία, γιά νά πετύχουμε τό «Ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας», πού ἀκοῦμε σ᾿ Αὐτήν.
  

3. «ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ»

1. Ἀρχίζει, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί χριστιανοί, ἡ Θεία Λειτουργία καί προτοῦ νά ἀρχίσει θυμιάζει ὁ Ἱερεύς τήν Ἁγία Τράπεζα, τά εἰκονίσματα καί τόν λαό. Αὐτός εἶναι ἕνας λειτουργικός Κανόνας: Πρίν ἀπό ἕνα νέο μεγάλο τμῆμα τῆς Θείας Λειτουργίας νά προηγεῖται θυμίαμα. Ἔτσι ὁ Ἱερεύς θυμιάζει στόν Ἀπόστολο, γιατί ἀκολουθεῖ τό Εὐαγγέλιο. Καί θυμιάζει πάλι στό Χερουβικό, ἐπειδή θά βγοῦν τά Ἅγια. Ἔτσι, λοιπόν, θυμιάζει ὁ Ἱερεύς στήν Δοξολογία, ὄχι γιά τήν ἴδια τήν Δοξολογία, ἀλλά γιατί μετά ἀπό αὐτήν ἀρχίζει ἡ Θεία Λειτουργία. Γιά τόν ἴδιο λόγο στήν Δοξολογία χτυπάει ἡ τρίτη καμπάνα. Ὄχι γιά τήν Δοξολογία, ἀλλά γιά τήν Λειτουργία, πού πρόκειται νά ἀρχίσει.
2. Ἡ Θεία Λειτουργία, ἀγαπητοί μου, ἀρχίζει μέ τό «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ἀρχίζει δηλαδή μέ ἕνα σύντομο ὕμνο στήν Ἁγία Τριάδα. Καί αὐτόν τόν ὕμνο στήν Ἁγία Τριάδα τόν ἀκοῦμε πολλές πολλές φορές στήν Θεία Λειτουργία. Τρόπον τινά εἶναι ἡ «σπονδυλική στήλη» τῆς Θείας Λειτουργίας καί εἶναι καί ὁ «μυελός» της! Ἡ Λειτουργία, πού ἀρχίζει μέ τήν Ἁγία Τριάδα, τελειώνει μέ τήν Ἁγία Τριάδα. Γιατί, ὅπως διατάσσουν οἱ Λειτουργικές Δέλτοι, μετά τό «Δι᾿ εὐχῶν» τῆς Θείας Λειτουργίας ὁ Ἱερεύς εὔχεται στόν λαό: «Ἡ Ἁγία Τριάς διαφυλάξαι πάντας ὑμᾶς» καί σταυρώνει μέ τήν εὐχή τόν λαό. Ἔπειτα λέγει τό «καλημέρα».
3. Ἡ πίστη μας στήν Ἁγία Τριάδα, ἀγαπητοί μου, πού τήν ὁμολογοῦμε πολλές φορές στήν Λειτουργία, εἶναι τό πρῶτο καί τό μεγαλύτερο κεφάλαιο τοῦ «Πιστεύω» μας. Ὁ Θεός μας εἶναι Ἕνας, ἀλλά εἶναι τρία Πρόσωπα: Ὁ ΠΑΤΕΡΑΣ, ὁ ΥΙΟΣ καί τό ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ. Ἄλλο Πρόσωπο ὁ Πατέρας, ἄλλο Πρόσωπο ὁ Υἱός καί ἄλλο τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀλλά ἐνῶ εἶναι διάφορα τά τρία Πρόσωπα, ὅμως εἶναι ΟΜΟΟΥΣΙΑ, ἔχουν δηλαδή τήν ἴδια Οὐσία. Αὐτό ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι τό ἐκφράζουμε μέ τά τρία δάχτυλα ἑνωμένα, ὅταν κάνουμε τόν σταυρό μας. Ἀρχή τῆς Θεότητος εἶναι ὁ Πατέρας, ὁ Ὁποῖος γεννᾶ τόν Υἱό καί ὁ Ὁποῖος, πάλι, Πατέρας ἐκπορεύει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Προσέχετε αὐτό πού σᾶς λέγω, χριστιανοί μου, γιατί διαφέρουμε σ᾿ αὐτό μέ τούς Ρωμαιοκαθολικούς Φράγκους. Ἐμεῖς προβάλλουμε Πρόσωπο στό Δόγμα μας γιά τήν Ἁγία Τριάδα, προβάλλουμε τόν Πατέρα ὡς Ἀρχή Θεότητος. Αὐτοί δέν προβάλλουν θεῖο Πρόσωπο, ἀλλά Οὐσία καί λέγουν: Ἀφοῦ τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἀπό τόν Πατέρα, γιατί νά μήν ἐκπορεύεται καί ἀπό τόν Υἱό, πού ἔχει τήν ἴδια Οὐσία μέ τόν Πατέρα; «Φιλιόκβε», λοιπόν, λέγουν. Δηλαδή «καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ». Αὐτό τό «Φιλιόκβε» τῶν αἱρετικῶν Παπικῶν εἶναι φοβερή αἵρεση, γιατί ἔβαλε δυαρχία στήν Ἁγία Τριάδα, ἐνῶ πηγή Θεότητος εἶναι Μία, ὁ Πατέρας. Μέ τό «Φιλιόκβε» τους ὅμως οἱ Φραγκολατῖνοι βάζουν καί δεύτερη ἀρχή Θεότητος, τόν Υἱόν. Καί τί ἀντιφατικά καί περίεργα πράγματα εἶναι αὐτά πού ἔχουν οἱ Φραγκολατῖνοι Καθολικοί; Ἀπό τή μιά μεριά ἔχουν δυαρχία γιά τήν Ἁγία Τριάδα καί ἀπό τήν ἄλλη μεριά ἔχουν μοναρχία στήν διοίκηση, γιατί ὑπερυψώνουν τόν Πάπα τους καί τόν πιστεύουν μάλιστα καί γιά ἀλάθητο. Ὁ Θεός νά τούς φωτίσει νά συνέλθουν καί νά ἐπανέλθουν στήν Ἀλήθεια ἀπό τήν ὁποία κόπηκαν.
4. Ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, νά κρατήσουμε ὀρθά τήν πίστη μας καί τήν λατρεία μας στήν Ἁγία Τριάδα. Ὅταν ἀκοῦτε τόν παπᾶ νά λέει τό «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία» νά σηκώνεστε ὄρθιοι καί νά κάνετε τόν σταυρό σας ἐκείνη τήν ὥρα. Ἀλλά καί πάντοτε στήν Λειτουργία, ὅταν ἀκοῦτε τόν Ἱερέα νά λέει «τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» νά εἶστε ὄρθιοι ἐκείνη τήν ὥρα καί νά κάνετε τόν σταυρό σας. Στό σπίτι σας, ὅταν κάνετε τήν προσευχή σας, νά τήν ἀρχίζετε μέ τήν Ἁγία Τριάδα, μέ τό «Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Καί νά λέτε καί τήν ἄλλη προσευχή στήν Ἁγία Τριάδα τό: ΑΓΙΟΣ Ο ΘΕΟΣ (εἶναι γιά τόν Πατέρα αὐτό), ΑΓΙΟΣ ΙΣΧΥΡΟΣ (εἶναι γιά τόν Υἱό αὐτό), ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΤΟΣ (εἶναι γιά τό Ἅγιο Πνεῦμα αὐτό). Ἀκόμη νά λέτε καί αὐτή τήν ὄμορφη προσευχή στήν Ἁγία Τριάδα, ἀγαπητοί μου: «Ἡ ἐλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, σκέπη μου τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, Τριάς Ἁγία, δόξα Σοι». Κι ἄν δέν μπορεῖτε ὅλη νά τή μάθετε, μάθετε τήν τελευταία φράση μόνο καί νά τή λέτε πολλές φορές τήν ἡμέρα. Στό σπίτι, στόν δρόμο, στά χωράφια νά λέτε ἀπό μέσα σας: «Τριάς Ἁγία, δόξα Σοι».
  

4. «ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΑΠΤΗ», «ΑΜΗΝ», «ΕΙΡΗΝΙΚΑ», «ΚΥΡΙΕ ΕΛΕΗΣΟΝ»

1. Προχωροῦμε, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, στήν ἑρμηνεία τῆς Θείας Λειτουργίας. Μετά τό «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία», πού εἶπε ὁ Ἱερέας καί δοξάσαμε ὅλοι τήν Ἁγία Τριάδα, ὁ ψάλτης λέει τό «Ἀμήν». Ἡ λέξη αὐτή, πού μᾶς ἦρθε ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, σημαίνει «Ἀλήθεια», «Εἴθε νά γίνει» αὐτό πού εἶπε ὁ Ἱερεύς. Αὐτό τό «Ἀμήν» τό ἔλεγε πρῶτα καί τό ἔψελνε ὅλο τό ἐκκλησίασμα. Γιά φανταστεῖτε, χριστιανοί μου, ὅλο τό ἐκκλησίασμα νά λέει δυνατά τό «Ἀμήν»! Φαινόταν σάν νά ἀκουγόταν μιά βροντή. Γι᾿ αὐτό καί ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος τό «Ἀμήν» τοῦ ψάλτου τό παρομοιάζει πραγματικά μέ οὐράνια βροντή, μέ τήν βροντή τῶν Ἀγγέλων. Αὐτό τό «Ἀμήν» εἶναι ἡ σφραγίδα, πού βάζει ὁ λαός στά λόγια τοῦ Ἱερέως καί ἔτσι «σφραγισμένη» καί συμπληρωμένη ἀπό τόν λαό ἡ δοξολογία τῆς Ἁγίας Τριάδος στέλνεται στόν οὐρανό. Ἔτσι φαίνεται καθαρά ὅτι ὄχι μόνον ὁ Ἱερεύς, ἀλλά καί ὁ λαός παίρνει μέρος στήν Θεία Λειτουργία. Γιατί, πραγματικά, θά ἔλειπε κάτι ἀπό τό «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία...», ἄν ὁ Ψάλτης, δηλαδή ὁ λαός, δέν ἔβαζε καί τό «Ἀμήν» στό τέλος.
2. Καί ἀρχίζουμε τώρα, ἀδελφοί μου χριστιανοί, νά λέμε διάφορα αἰτήματα στόν Θεό. Τά αἰτήματα αὐτά τά λέμε μέ τό ρῆμα «δεηθῶμεν», πού σημαίνει νά ζητήσουμε, νά «ζητιανέψουμε» καλύτερα ἀπό τόν Θεό. Γιατί τί ἄλλο εἴμαστε μπροστά στόν Θεό, παρά ζητιάνοι! Γιά νά εἰσακουστεῖ ὅμως ἡ προσευχή μας ἀπό τό Θεό γι᾿ αὐτά τά διάφορα, πού θά Τοῦ ζητήσουμε, πρέπει νά ἔχουμε εἰρήνη στήν ψυχή μας. Νά μήν εἴμαστε, δηλαδή, ταραγμένοι, νά μήν εἴμαστε θυμωμένοι ἐναντίον τῶν ἄλλων, γιατί τότε ἡ προσευχή μας δέν ἀκούγεται. Γι᾿ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο στήν ἀρχή τῆς Θείας Λειτουργίας, ἀμέσως μετά τό «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία...», ἀκοῦμε τόν Ἱερέα νά λέγει τό «Ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν». Δηλαδή νά προσευχηθοῦμε στήν Θεία Λειτουργία μέ ἤρεμη τήν καρδιά. Ἄς τό προσέχουμε αὐτό, χριστιανοί μου, ἰδιαίτερα ὅταν πρόκειται νά ξεκινήσουμε ἀπό τό σπίτι, γιά νά ἔρθουμε στήν Θεία Λειτουργία. Νά προσπαθοῦμε δηλαδή νά μήν ἀρχίζουμε μέ τούς σπιτικούς μας κουβέντες, πού πᾶνε γιά μαλώματα, γιατί τότε θά χάσουμε τήν Θεία Λειτουργία. Γιατί στήν Θεία Λειτουργία «Ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν».
3. Εἶναι τόσο σοβαρό τό θέμα τῆς εἰρήνης, ὥστε καί ἀμέσως μετά ἀκοῦμε τόν Ἱερέα νά λέει πάλι γιά εἰρήνη. «Ὑπέρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης», τό ἕνα αἴτημα. «Ὑπέρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου», τό ἄλλο αἴτημα. Καί ἐπειδή, λοιπόν, τρεῖς φορές ἀκοῦμε τόν παπᾶ νά λέει γιά εἰρήνη, ὅλα αὐτά, πού θά πεῖ παρακάτω, τά λέμε «Εἰρηνικά».
Ἔχουν καί ἄλλο ὄνομα τά «Εἰρηνικά». Λέγονται «Συναπτή», «Μεγάλη Συναπτή». «Συνάπτω» σημαίνει «ράβω», «ἑνώνω» τό ἕνα κοντά στό ἄλλο. Καί ἐπειδή, λοιπόν, στήν συνέχεια δένουμε καί ἑνώνουμε διάφορα αἰτήματα καί τά δίνουμε στόν Θεό, γι᾿ αὐτό καί ὅλο αὐτό τό τμῆμα, πού τό εἴπαμε «Εἰρηνικά», τό λέμε καί «Συναπτή». Τό λέμε ὅμως «Μεγάλη Συναπτή», γιά νά διακρίνεται ἀπό τίς ἄλλες δύο «Συναπτές», πού εἶναι μικρές, ὅπως θά δοῦμε σέ ἄλλο κήρυγμα.
4. Κάθε αἴτημα, πού λέει ὁ Ἱερέας στόν Θεό μέ τά «Εἰρηνικά», ὁ ψάλτης τό σφραγίζει μέ τό «Κύριε, ἐλέησον». Τί ὡραία πού εἶναι αὐτή ἡ μικρή προσευχούλα, ἀγαπητοί μου χριστιανοί! Εἶναι σύντμηση ἐκείνης τῆς προσευχῆς μέ τά πέντε λόγια, πού τήν ἔλεγαν παλαιά οἱ πατέρες μας. Ἀλλά τήν ξεχάσαμε οἱ νεώτεροι!... Εἶναι ἡ προσευχή «ΚΥΡΙΕ, ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ, ΕΛΕΗΣΕ ΜΕ». Νά τήν λέτε, χριστιανοί μου, τήν προσευχή αὐτή. Καί στό δρόμο, ὅταν περπατᾶτε, καί στό σπίτι, ὅταν συγυρίζετε, καί στό βουνό, ὅταν σαλαγᾶτε τά πρόβατα, νά λέτε ἀπό μέσα σας ἤ καί δυνατά, ἄν εἶστε μόνοι: «ΚΥΡΙΕ, ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ, ΕΛΕΗΣΕ ΜΕ». Ἀλλά, ἄν δέν τήν θυμᾶστε ὅλη τήν προσευχή αὐτή νά τήν λέτε μέ δυό λόγια, ὅπως τήν ἀκοῦμε στήν Λειτουργία: «ΚΥΡΙΕ ΕΛΕΗΣΟΝ». Ἄς μᾶς ἐλεήσει ὁ Χριστός καί ἄς συγχωρέσει τά ἁμαρτήματά μας μέ τίς πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου.


5. ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ «ΕΙΡΗΝΙΚΩΝ»

1. Ἑρμηνεύοντας τήν Θεία Λειτουργία, ἀδελφοί μου χριστιανοί, στό προηγούμενο κήρυγμά μου σᾶς μίλησα γιά τά «Εἰρηνικά». Εἶναι αἰτήματά μας στό Θεό, πού λέγει ὁ Ἱερέας μετά τό «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία...» καί ἀρχίζουν μέ τό «Ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν». Γι᾿ αὐτό καί λέγονται «Εἰρηνικά». Στό «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος...» εἴμαστε ὄρθιοι, γιατί δοξάζουμε τήν Ἁγία Τριάδα. Στά «Εἰρηνικά» ὅμως μποροῦμε νά καθόμαστε, ἀλλά τό νοῦ μας νά τόν ἔχουμε σ᾿ αὐτά πού λέει ὁ Ἱερέας καί νά προσευχόμαστε γι᾿ αὐτά πού ἀκοῦμε. Λέει ὡραῖα πράγματα ὁ Ἱερέας, χριστιανοί μου, ὡραῖα καί ἀναγκαῖα γιά τά ὁποῖα πρέπει νά προσευχηθοῦμε μέ τά «Εἰρηνικά».
2. Πρῶτα-πρῶτα μᾶς λέει ὁ Ἱερέας νά προσευχηθοῦμε νά λάβουμε τό μεγάλο δῶρο, τήν εἰρήνη ἀπό τό Θεό καί τήν σωτηρία τῶν ψυχῶν μας. Εἶναι αὐτό πού ἀκοῦμε: «Ὑπέρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης καί τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν ἡμῶν...».
Ἔπειτα ἀκοῦμε ὅτι πρέπει νά προσευχηθοῦμε γιά τήν εἰρήνη ὅλου τοῦ κόσμου, νά μή γίνονται δηλαδή πόλεμοι καί μάχες μεταξύ τῶν ἐθνῶν. «Ὑπέρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου», λέει ὁ παπᾶς. Καί ἀκόμη τόν ἀκοῦμε νά μᾶς λέει νά προσευχηθοῦμε νά ἔρθει ἡ εὐλογημένη ἡμέρα ὅλοι οἱ χριστιανοί, ὅλου τοῦ κόσμου, νά ἑνωθοῦμε στήν Μία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Εἶναι τό αἴτημα «...καί τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως».
Μετά μᾶς λέει ὁ Ἱερέας νά προσευχηθοῦμε γιά τήν Ἐκκλησιά μας, γιά τόν Ναό τοῦ χωριοῦ μας, πού χτυπάει ἡ καμπάνα κι ἐρχόμαστε νά λατρεύσουμε τόν Θεό. «Ὑπέρ τοῦ ἁγίου οἴκου τούτου», λέγει ὁ Ἱερέας. Ἀλλά ἀκόμη μᾶς λέει ὁ Ἱερέας νά προσευχηθοῦμε καί γι᾿ αὐτούς πού ἔρχονται στήν Ἐκκλησία. Ἀλλά πῶς πρέπει νά μπαίνουμε στήν Ἐκκλησία, χριστιανοί μου; Πρέπει νά μπαίνουμε ὄχι ἄτακτα, σάν νά μπαίνουμε σέ ὁποιοδήποτε σπίτι, ἀλλά στήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ πρέπει νά μπαίνουμε «μετά πίστεως, εὐλαβείας καί φόβου Θεοῦ». Ἔτσι μᾶς λέγει ὁ Ἱερέας: Μέ πίστη ὅτι αὐτό τό Σπίτι πού μπαίνουμε δέν εἶναι ἕνα κοσμικό οἰκοδόμημα, ἀλλά εἶναι τόπος ἅγιος, πού λατρεύεται ὁ Θεός. Γι᾿ αὐτό καί σᾶς λέγω καί σᾶς παρακαλῶ, χριστιανοί μου, ὅταν μπαίνετε στήν Ἐκκλησία νά κάνετε πρῶτα τόν σταυρό σας, ν᾿ ἀνάβετε τό κεράκι καί ν᾿ ἀσπάζεστε τά ἱερά εἰκονίσματα, πού εἶναι κοντά στήν πόρτα. Κοντά στήν πόρτα, λέγω, καί ὄχι νά προχωρᾶτε στό τέμπλο καί νά ἀσπάζεστε τά εἰκονίσματα τοῦ τέμπλου, γιατί αὐτό δημιουργεῖ ἀνησυχία στό ἐκκλησίασμα. Καί μετά νά κάθεστε σέ μία γωνιά νά προσεύχεστε.
Καί γιά ἄλλα καί γιά ἄλλα διάφορα αἰτήματα ἀκοῦμε τόν Ἱερέα νά μᾶς λέει νά προσευχηθοῦμε μετά τά «Εἰρηνικά». Νά προσευχηθοῦμε γιά τήν πόλη πού κατοικοῦμε, ἀλλά καί γιά ὅλες τίς πόλεις καί γιά ὅλα τά χωριά. Εἶναι τό αἴτημα: «Ὑπέρ τῆς πόλεως ταύτης, πάσης πόλεως καί χώρας». Νά προσευχηθοῦμε νά ᾿χουμε καθαρό ἀέρα καί νά δίνει ἡ γῆ πλούσια τούς καρπούς της. «Ὑπέρ εὐκρασίας ἀέρων, εὐφορίας τῶν καρπῶν τῆς γῆς», λέει ὁ παπᾶς. Νά προσευχηθοῦμε γι᾿ αὐτούς πού ταξιδεύουν σέ μακρυνά πελάγη, «ὑπέρ πλεόντων», γι᾿ αὐτούς πού ἔκαναν μακρές ὁδοιπορίες, πού ἦταν μάλιστα καί ἐπικίνδυνες τότε· «ὑπέρ τῶν ὁδοιπορούντων», λέμε. Νά προσευχηθοῦμε γι᾿ αὐτούς πού εἶναι ἀνήμποροι καί ἄρρωστοι – «τῶν νοσούντων» – γι᾿ αὐτούς πού λένε «ἄχ! ἀπόκαμα, δέν μπορῶ!», «ὑπέρ τῶν καμνόντων» δηλαδή. Καί ἀκόμη μᾶς λέει ὁ παπᾶς μας νά προσευχηθοῦμε καί γιά τούς αἰχμαλώτους, πού εἶναι μακρυά ἀπό τήν γλυκειά πατρίδα τους σέ ξένη γῆ καί σέ ξένα χέρια. Καί στούς αἰχμαλώτους βέβαια ἐννοοῦμε καί τούς φυλακισμένους ἀδελφούς μας, γιά νά ἔρθει ἡ γλυκειά ἡμέρα νά ἐλευθερωθοῦν ἀπό τήν φυλακή καί συνετισμένοι γιά ὅ,τι ἔκαναν νά ἐπιστρέψουν εἰρηνικά στήν οἰκογένειά τους. Καί στήν πολιτισμένη τάχα ἐποχή μας στούς αἰχμαλώτους ἄς βάλουμε κι αὐτούς πού κλείνονται στά ἀσανσέρ!...
Τέλος, προσευχόμαστε γιά τούς ἑαυτούς μας νά μᾶς σώσει ὁ Θεός ἀπό κάθε κακό καί κίνδυνο. Εἶναι αὐτό πού ἀκοῦμε τόν παπᾶ νά λέει: «Ὑπέρ τοῦ ρυσθῆναι ἡμᾶς ἀπό πάσης θλίψεως, ὀργῆς, κινδύνου καί ἀνάγκης». Ἀλλά ἀκόμη πιό δυνατό εἶναι αὐτό μέ τό ὁποῖο τελειώνουν τά «Εἰρηνικά». Καί γι᾿ αὐτό ὁ Ἱερέας, ἐνῶ μέχρι τώρα ἀπευθυνόταν στό ἐκκλησίασμα κι ἔλεγε σ᾿ αὐτό τί νά προσευχηθεῖ, κι ὁ λαός, δηλαδή ὁ ψάλτης, ἔλεγε τό «Κύριε ἐλέησον», τώρα ὁ Ἱερέας ἀπευθύνεται κατευθεῖαν στό Θεό καί λέει ὁ ἴδιος: «Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον καί διαφύλαξον ἡμᾶς ὁ Θεός τῇ σῇ Χάριτι»! Κι ἐπειδή στό αἴτημα αὐτό ὁ Ἱερέας δέν στρέφεται στόν λαό, ἀλλά στόν Θεό, γι᾿ αὐτό καί ὁ λαός δέν λέει τώρα τό «Κύριε ἐλέησον», ἀλλά ἀλλάζει κι αὐτός στροφή καί ἀπευθύνεται στόν Ἱερέα καί λέει τό «Ἀμήν».
Σᾶς εὔχομαι, χριστιανοί μου, κι εὐχηθεῖτε κι ἐσεῖς γιά μένα, νά μᾶς σώσει ὁ Θεός, ὅπως τό ἀκοῦμε στά «Εἰρηνικά», ἀπό κάθε θλίψη, ὀργή, κίνδυνο καί ἀνάγκη.


6. «ΑΙΤΗΜΑ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ»

1. Στό προηγούμενο κήρυγμά μου, ἀδελφοί χριστιανοί, ἑρμηνεύοντας τήν Θεία Λειτουργία, σᾶς μίλησα γιά τά «Εἰρηνικά», γιά τήν «Μεγάλη Συναπτή», ὅπως τήν λένε διαφορετικά. Σ᾿ αὐτήν προσευχόμαστε στόν Θεό γιά τήν εἰρήνη τοῦ κόσμου, γιά τό ἔθνος μας, γιά τό χωριό πού κατοικοῦμε, γιά τούς ἀρρώστους, γιά τούς πλέοντας στήν θάλασσα καί τά μακρυνά πελάγη. Ἀλλά, ἐπίτηδες, σᾶς παρέλειψα στό προηγούμενο κήρυγμα ἕνα αἴτημα, πού λέγει ὁ Ἱερεύς στά «Εἰρηνικά». Εἶναι τό αἴτημα «Ὑπέρ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν, τοῦ τιμίου Πρεσβυτερίου, τῆς ἐν Χριστῷ Διακονίας...». Δηλαδή μέ τό αἴτημα αὐτό προσευχόμαστε γιά τόν Δεσπότη, γιά τούς Παπάδες καί τούς Διακόνους.Ὅλοι αὐτοί μέ μία λέξη λέγονται «Κληρικοί». Καί λέγονται ἔτσι, γιατί τούς ἔλαχε ὁ κλῆρος, ἡ μεγάλη τιμή καί εὐλογία ἀπό τόν Θεό νά ἀφιερωθοῦν σ᾿ Αὐτόν καί νά Τόν λειτουργοῦν.
2. Πραγματικά, πόσο μεγάλη τιμή γιά τόν χοϊκό ἄνθρωπο νά λειτουργεῖ τόν Ἅγιο Θεό; Καί μέ τήν Θεία Λειτουργία, πού κάνουμε ἐμεῖς οἱ Ἱερεῖς, ἔρχεται ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ στούς χριστιανούς, ἔρχεται ὁ Ἴδιος ὁ Θεός ἀνάμεσά μας. Τί θά γινόταν ὁ κόσμος, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἄν δέν ὑπῆρχαν οἱ παπάδες; Μοῦ τό εἶπε μιά γιαγιά, ἡ γιαγιά Ἄννα, τί θά γινόταν ὁ κόσμος. «Θά βρυκολάκιαζε ὁ κόσμος – μοῦ εἶπε – ἄν δέν ὑπήρχατε ἐσεῖς οἱ παπάδες!» Ναί, ἔτσι εἶναι , χριστιανοί μου. Γιατί, ἄν δέν ὑπῆρχαν οἱ παπάδες, οἱ ἄνθρωποι θά ἦταν ἀβάπτιστοι, ἀλειτούργητοι καί ἀκοινώνητοι. Καί ὅταν πέθαιναν «θά πήγαιναν σάν τό σκυλί στ᾿ ἀμπέλι», ὅπως τό λέει στήν γλώσσα του ὁ λαός μας.
3. Γι᾿ αὐτό, ἀδελφοί μου χριστιανοί, ὅπως μᾶς συμβουλεύει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, πρέπει νά τιμᾶτε καί νά ἀγαπᾶτε τόν παπᾶ σας. Ὅταν τόν συναντᾶτε νά τοῦ λέτε «Εὐλογεῖτε, πάτερ» καί νά τοῦ φιλᾶτε τό χέρι. Ἐπειδή ἐσεῖς οἱ λαϊκοί δέν μπορεῖτε νά προσκυνήσετε καί νά φιλήσετε τήν Ἁγία Τράπεζα, φιλᾶτε τό χέρι τοῦ Ἱερέως, πού ἱερουργεῖ τήν Ἁγία Τράπεζα. Ὤ, αὐτό τό χέρι τοῦ Ἱερέα! Αὐτό τό χέρι εὐλογεῖ στήν Κολυμβήθρα ἁπλό νερό, νερό ἀπό τήν βρύση καί ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα σ᾿ αὐτό καί ἁγιάζεται καί βαπτίζονται παιδιά καί γίνονται χριστιανοί. Τί λέω! Ἀκόμη περισσότερο: Αὐτό τό χέρι τοῦ Ἱερέα στήν Θεία Λειτουργία εὐλογεῖ τό ψωμάκι καί τό κρασάκι, πού εἶναι πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα καί γίνονται – πιστέψατέ τό, χριστιανοί! – καί γίνονται, λέγω, Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ καί κοινωνοῦν οἱ πιστοί. Γι᾿ αὐτό σᾶς ξαναλέγω νά ἀσπάζεστε μέ πολλή τιμή καί σεβασμό τό χέρι τοῦ Ἱερέα, πού «τό δανείζει στόν Θεό», γιά νά τελεσθοῦν τά Ἅγια Μυστήρια, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος.
4. Καί ἄν οἱ παπάδες δέν εἶναι καλοί; Ἄχ, χριστιανοί μου, ἀπό τά δικά σας σπλάχνα καί τήν δική σας κοινωνία βγαίνουμε οἱ παπάδες. Καί ὅπως ἐμεῖς ἔχουμε συμπάθεια σέ σᾶς γιά τά δικά σας λάθη καί ἁμαρτήματα, ἔτσι, σᾶς παρακαλοῦμε, νά ἔχετε καί σεῖς συμπάθεια σέ ᾿μᾶς γιά τίς δικές μας πτώσεις καί ἁμαρτήματα. Τόν ἀγώνα μας κάνουμε κι ἐμεῖς! Ἔπειτα, ἐμᾶς τούς παπάδες, ἐπειδή ἀφιερωθήκαμε στόν Θεό, μᾶς πολεμάει περισσότερο ὁ τρισκατάρατος ὁ διάβολος καί γι᾿ αὐτό καί σεῖς πρέπει νά προσεύχεστε περισσότερο γιά μᾶς.
5. Τέλος, ἐπειδή θυμήθηκα τήν προσευχή γιά τούς Κληρικούς, προσευχηθεῖτε καί γιά μένα, τόν ταπεινό Ἐπίσκοπό σας, νά μοῦ συγχωρεῖ ὁ Θεός τά ἁμαρτήματά μου καί νά μοῦ δίνει τήν φώτιση νά νοιάζομαι καί νά πονάω νά μπεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ σέ ὅλα τά σπίτια καί νά ζοῦν οἱ χριστιανοί τῆς Μητροπόλεως αὐτῆς κατά τό Ἅγιο Θέλημα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό εἶναι τό κύριο ἔργο μου, γιά τό ὁποῖο θέλω νά δαπανηθῶ καί νά θυσιαστῶ.


7. ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ «ΕΙΡΗΝΙΚΩΝ»

1. Ἑρμηνεύοντας τήν Θεία Λειτουργία, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, βρισκόμαστε ἀκόμη στήν ἀρχή της, στά «Εἰρηνικά». Ὅπως εἴπαμε, «Εἰρηνικά» εἶναι τά αἰτήματα πού λέει ὁ παπᾶς, μετά τό «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία...». Καί λέγονται ἔτσι, ἐπειδή ἀρχίζουν μέ τό «Ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν» καί λέγουν ὅλο γιά εἰρήνη.
Γιά νά εἶναι στήν ἀρχή τῆς Θείας Λειτουργίας τά «Εἰρηνικά», αὐτό σημαίνει ὅτι τήν Θεία Λειτουργία πρέπει νά τήν τελοῦμε μέ εἰρήνη. Προσοχή, χριστιανοί μου, σ᾿ αὐτό, γιατί, ὅταν εἴμαστε μαλωμένοι μεταξύ μας καί ταραγμένοι, τί Λειτουργία νά κάνουμε; Οὔτε ἐμεῖς τήν νοιώθουμε, ἀλλά οὔτε καί ἡ προσευχή μας φτάνει στόν Θεό. Ὅπως εἶπε κάποιος, ὅταν κάνουμε ταραγμένοι τήν Θεία Λειτουργία, «ξεκαρδίζονται στά γέλια οἱ δαίμονες στόν ἀέρα»! Γιατί ξέρουν ὅτι δέν θά ὠφεληθοῦμε ἀπό τήν Λειτουργία αὐτή. Ἐπειδή, λοιπόν, εἶναι πολύ σημαντικό τό θέμα τῆς εἰρήνης, εἰρήνης καί μέ τόν ἑαυτό μας καί μέ τούς ἄλλους, γι᾿ αὐτό στήν Θεία Λειτουργία πολλές φορές ἀκοῦμε τό «Ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν» καί τό «Εἰρήνη πᾶσι». Ἀκόμη καί στό τέλος, ἀκοῦμε τόν παπᾶ νά λέει, «Ἐν εἰρήνῃ προέλθωμεν». Δηλαδή: Πηγαίνετε στά σπίτια σας ἔχοντας εἰρήνη στήν καρδιά σας.
2. Τά «Εἰρηνικά», ὅπως λέγαμε, ἔχουν πολλά αἰτήματα, γιά τά ὁποῖα σᾶς μίλησα στά προηγούμενα κηρύγματά μας. Θά ἔλεγα ὅτι τά «Εἰρηνικά» μέ τά πολλά αἰτήματα γιά ὅλους εἶναι μιά μεγάλη ἀγκαλιά τῆς Μάνας Ἐκκλησιᾶς, μέ τήν ὁποία ἀγκαλιάζει ὅλα τά βάσανα καί τούς πόνους καί τίς ἀνάγκες τῶν παιδιῶν Της. Ἀλλά ἀπό τά «Εἰρηνικά», σάν καλύτερα, φαίνονται αὐτά τά δύο, πού ἀκοῦμε στό τέλος.
(α) Τό ἕνα εἶναι τό: «Ὑπέρ τοῦ ρυσθῆναι ἡμᾶς ἀπό πάσης θλίψεως, ὀργῆς, κινδύνου καί ἀνάγκης». Τά λέει ὅλα τό αἴτημα αὐτό. Μ᾿ αὐτό παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς σώσει ἀπό κάθε θλίψη, ἀπό κάθε κίνδυνο καί κάθε ἀνάγκη. Καί τί ἄλλο ἔχει ἡ ζωή μας, ἀγαπητοί μου, παρά μόνο θλίψεις, κινδύνους καί ἀνάγκες; Καί πολλές φορές εἶναι ἀπρόοπτοι καί αἰφνίδιοι οἱ κίνδυνοι, οἱ θλίψεις καί οἱ ἀνάγκες τῆς ζωῆς μας. Γι᾿ αὐτό καί μπῆκε στήν Λειτουργία τό αἴτημα αὐτό καί παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς σώσει ἀπό τούς διάφορους κινδύνους καί τά διάφορα θλιβερά περιστατικά τῆς ζωῆς. Ἀλλά τί σημαίνει ἐκείνη ἡ περίεργη λέξη, πού λέει τό αἴτημα αὐτό, τό «ὀργῆς»; Τί σημαίνει αὐτό τό «ὀργῆς»; Ὀργίζεται ὁ Θεός; Ὁ Θεός, ἀγαπητοί μου, εἶναι ἀγάπη καί δέν θυμώνει καί δέν ὀργίζεται ποτέ. Γιατί δέν ἀλλοιώνεται καί δέν μεταβάλλεται ὁ Θεός, πότε νά εἶναι ἀγάπη καί πότε νά εἶναι ὀργή. Ἀλλά, ὅταν ἡ ψυχή μας δέν εἶναι καθαρή, δέν μπορεῖ νά μείνει σ᾿ αὐτήν ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, πού πήραμε μέ τό Βάπτισμα. «Ὀργή Θεοῦ», λοιπόν, εἶναι νά μᾶς πάρει ὁ Θεός τή Χάρη Του, νά μᾶς πάρει τήν θεία Του εὐλογία. Πραγματικά, τό χειρότερο σέ μιά οἰκογένεια καί σέ ἕνα χωριό εἶναι τό νά μήν ὑπάρχει ἡ Θεία Χάρη καί ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ σ᾿ αὐτό. Καί σάν τό χειρότερο πού εἶναι τό κακό αὐτό, τό λέμε λαϊκά «ὀργή Θεοῦ»!
(β) Ναί! Στήν προσευχή μας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, πρέπει πάντα νά ζητᾶμε τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Μέ τήν Χάρη Του ὁ Θεός μᾶς διαφυλάττει ἀπό κάθε κίνδυνο καί μέ τήν Χάρη Του μᾶς συγχωρεῖ τίς ἁμαρτίες μας. Γι᾿ αὐτό καί λέμε στό ἄλλο, τό τελευταῖο αἴτημα τῶν «Εἰρηνικῶν»: «Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον καί διαφύλαξον ἡμᾶς ὁ Θεός τῇ σῇ Χάριτι»! Πάντοτε, λοιπόν, στήν προσευχή μας, χριστιανοί μου, νά ζητᾶμε τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, γιά νά μᾶς φυλάγει, ἐμᾶς καί τούς δικούς μας, ἀπό κάθε κακό, σωματικό καί πνευματικό. «Ὁ Θεός τῇ σῇ Χάριτι», νά λέμε πάντα.
3. Τά «Εἰρηνικά» τελειώνουν μνημονεύοντας τήν Παναγία μας. Λέει ὁ Ἱερέας: «Τῆς Παναγίας, Ἀχράντου, Ὑπερευλογημένης, Ἐνδόξου, Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας».Ἑπτά στόν ἀριθμόν εἶναι αὐτά πού λέγονται γιά τήν Παναγία. Καί τό ἑπτά σημαίνει τό τέλειο, ὅπως ἑπτά εἶναι τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ Παναγία μας, πραγματικά, εἶναι ΤΟ ΤΕΛΕΙΟΝ. Εἶναι ΠΑΝ-ΑΓΙΑ, παραπάνω, δηλαδή, ἀπό Ἁγία. Εἶναι ΥΠΕΡΑΓΙΑ! Εἶναι ἡ Τιμιωτέρα τῶν Χερουβείμ καί Ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως καί τῶν Σεραφείμ ἀκόμη. Γι᾿ αὐτό καί σώζει. Καί δέν πρέπει νά λέμε «Ὑπεραγία Θεοτόκε, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν», ἀλλά «Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς». «Διάσωσον ἀπό κινδύνων τούς δούλους Σου, Θεοτόκε», λέμε στήν Παράκληση.
Ἀλλά, γιατί βάζουμε τελευταία τήν Παναγία στά «Εἰρηνικά»; Αὐτό, πάλι, κρύβει μιά μεγάλη ἔννοια. Αὐτό σημαίνει πώς, ὅ,τι ζητήσαμε ἀπό τόν Θεό μέ τά «Εἰρηνικά», τά δίνουμε στήν Παναγία καί ἡ Παναγία νά τά δώσει στόν Θεό καί νά Τόν παρακαλέσει νά ἐκπληρωθοῦν. Γιατί ὅ,τι λέει ἡ Παναγία γίνεται. Ἄς θυμηθοῦμε τόν γάμο τῆς Κανᾶ. Δέν ἦταν ἡ ὥρα γιά νά γίνει τό θαῦμα, ἀλλά, ἐπειδή τό εἶπε ἡ Παναγία, ὁ Χριστός ἔκανε τό θαῦμα. Ἡ Παναγία, ἀγαπητοί  μου, ἀναγκάζει – ἄς τό πῶ ἔτσι – τόν Χριστό νά κάνει θαῦμα, ἐπειδή τό λέει Αὐτή, πού εἶναι ἡ Μητέρα Του. Σᾶς εὔχομαι πλούσια τήν εὐλογία τῆς Παναγιᾶς σέ Σᾶς καί τήν οἰκογένειά Σας.


8. Η ΠΑΝΑΓΙΑ – ΟΙ ΑΓΙΟΙ – Η ΥΨΙΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

1. Στά κηρύγματά μας αὐτά, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, ἑρμηνεύουμε τήν Θεία Λειτουργία. Ὤ, ἡ Θεία Λειτουργία! Εἶναι ὁ οὐρανός κάτω στήν γῆ καί ἀνεβάζει ἐμᾶς, πού εἴμαστε στήν γῆ, πάνω στόν οὐρανό! Ἐδῶ στήν Θεία Λειτουργία, ἀγαπητοί μου, κάνουμε ὅ,τι κάνουν οἱ ἄγγελοι πάνω στόν οὐρανό. Ἐμεῖς οἱ χωματένιοι ἄνθρωποι μέ τήν Θεία Λειτουργία εἰκονίζουμε τά Χερουβείμ καί τά Σεραφείμ. Γι᾿ αὐτό καί ἀκοῦμε τόν ὕμνο πού λέγει: «Οἱ τά Χερουβείμ μυστικῶς εἰκονίζοντες».
Ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ἕνα βαθύ πέλαγος, εἶναι μεγάλος ὠκεανός, γιατί ἔχει  βαθιά θεολογικά καί πνευματικά νοήματα. Στήν ἑρμηνεία πού κάνουμε εἴμαστε ἀκόμη στόν γιαλό τῆς μεγάλης αὐτῆς θάλασσας. Βρισκόμαστε στό τέλος τῆς Μεγάλης Συναπτῆς, ὅπως λέγεται, αὐτῶν δηλαδή τῶν πολλῶν αἰτημάτων πού ζητᾶμε ἀπό τόν Θεό μέ τό «δεηθῶμεν». Καί εἴπαμε στό τελευταῖο κήρυγμά μας ὅτι ὅλα αὐτά τά αἰτήματα τελειώνουν μέ τήν ἐπίκληση τῆς Παναγίας, λέγοντας ὁ Ἱερεύς: «Τῆς Παναγίας Ἀχράντου, Ὑπερευλογημένης, Ἐνδόξου, Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας». Αὐτό, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, εἶναι μιά ὁμολογία τῆς πίστης μας στήν Παναγία καί ἐδῶ στήν Θεία μας Λατρεία μέ πολλούς ὕμνους καί τροπάρια καί πολλά Θεοτοκία ἐκφράζουμε τήν πίστη μας καί τήν ἀγάπη μας στήν Παναγία. Καί Τῆς λέμε τακτικά: «Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς». Ἄς μή χάσουμε, χριστιανοί μου, ποτέ τήν πίστη μας καί τήν ἀγάπη  μας στήν Παναγία!
2. Μαζί ὅμως μέ τήν Παναγία μνημονεύουμε καί ὅλους τούς ἁγίους, γιατί λέει ὁ Ἱερέας παρακάτω: «Μετά πάντων τῶν ἁγίων μνημονεύσαντες...». Ὥστε στήν Θεία Λειτουργία κάνουμε παρέα μέ τούς ἁγίους καί μέ τήν Παναγία, γιατί ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί ὅλοι οἱ ἅγιοι βρίσκονται σέ κάθε Θεία Λειτουργία. Θυμᾶστε πού μᾶς ἔλεγαν οἱ γονεῖς μας, ὅταν ἤμασταν μικρά παιδιά, νά κάνουμε παρέα μέ καλούς ἀνθρώπους; Ναί, ὅταν χτυπάει ἡ καμπάνα τῆς Ἐκκλησιᾶς καί ἐρχόμαστε στήν Θεία Λειτουργία, πραγματικά, ἔχουμε συντροφιά καί ἔχουμε δίπλα μας τήν Παναγιά, τούς Ἀγγέλους καί ὅλους τούς ἁγίους. Φανταστεῖτε, ἀδελφοί μου, τούς ἁγίους σάν μιά μεγάλη φάλαγγα, ἀναρίθμητη φάλαγγα, πού μπροστά εἶναι ἡ Ὑπέρμαχος Στρατηγός, ἡ Παναγία, καί τήν συνοδεύουν οἱ Ἄγγελοι τήν φάλαγγα αὐτή. Αὐτή τήν ἱερή παράταξη, αὐτή τή θεία παρεμβολή, πρέπει νά νοιώθουμε, ὅταν ἀκοῦμε τόν Ἱερέα νά λέει: «Τῆς Παναγίας Ἀχράντου, Ὑπερευλογημένης... μετά πάντων τῶν ἁγίων μνημονεύσαντες». Αὐτοί οἱ ἅγιοι εἶναι οἱ Φίλοι τοῦ Θεοῦ καί πρέπει νά τούς τιμᾶμε, γιατί λέει ὁ ψαλμωδός «Ἐγώ πολύ δοξάζω τούς φίλους Σου, ὦ Θεέ». «Ἐμοί δέ λίαν ἐτιμήθησαν οἱ φίλοι σου, ὁ Θεός»! Ἄμποτε, χριστιανοί μου, ἄμποτε νά ἀξιωθοῦμε καί ἐμεῖς νά μποῦμε στήν ἱερή αὐτή παράταξη τῶν ἁγίων, δηλαδή ν᾿ ἁγιάσουμε καί ᾿μεῖς. Γιατί αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου: Ν᾿ ἁγιάσει! Ἐδῶ στήν Μητρόπολή μας, στό χωριό Νυμφασία τῆς Γορτυνίας, γεννήθηκε ἕνας μεγάλος ἐκκλησιαστικός ἄνδρας, ὁ καλύτερος μαθητής τοῦ ἁγίου Νεκταρίου στήν Ριζάρειο Σχολή, ὁ μεγάλος πνευματικός πατέρας τῶν Πατρῶν, ὁ πατήρ Γερβάσιος Παρασκευόπουλος. Τόν ἔλεγαν τρελλό πολλοί Πατρινοί, ὅταν ζοῦσε, γιατί τούς χτύπαγε τόν καρνάβαλο καί τά ἄλλα ἄνομα ἔργα τους. Ἀλλά τώρα πᾶνε γονατιστοί στόν τάφο του νά τοῦ ζητήσουν τήν εὐχή του καί νά τόν παρακαλέσουν νά πρεσβεύει γιά τίς οἰκογένειές τους. Αὐτοῦ, λοιπόν, τοῦ πατρός Γερβασίου, ἀπό μικρός πού ἦταν ἐδῶ στήν Νυμφασία, ἔκλινε ἡ καρδιά του στά θεῖα καί ὅταν τόν ρωτοῦσαν «Τί θά γίνεις, Γιωργάκη, ὅταν μεγαλώσεις;», αὐτός ἀπαντοῦσε: «Θέλω νά μέ κολλήσουν στόν τοῖχο»!! Καί ἐννοοῦσε μέ αὐτό πού ἔλεγε ὅτι θέλω νά γίνω ἅγιος καί νά μέ κάνουν εἰκόνα στόν τοῖχο τῆς Ἐκκλησιᾶς!! Ἄς διαβάζουμε, χριστιανοί μου, τούς βίους τῶν ἁγίων, γιά νά ζηλέψουμε τήν πολιτεία τους καί νά τούς μιμούμαστε στήν ζωή μας.
3. Ἐκείνη ἡ μεγάλη ἐπίκληση τοῦ Ἱερέα «Τῆς Παναγίας Ἀχράντου, Ὑπερευλογημένης...» καταλήγει σ᾿ αὐτό τό ὡραῖο: «Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». Τί ὡραῖο πού εἶναι αὐτό, πάλι, χριστιανοί μου! Αὐτό εἶναι ἕνα μεγάλο φάρμακο γιά τήν ταλαίπωρη ζωή μας. Κάποτε, ὅταν ἤμουν νεαρός, πῆγα στό γραφεῖο ἑνός ἐναρέτου καί ἐπιφανοῦς, πράγματι, κληρικοῦ, πού καταγόταν ἀπό τήν Καλαμάτα, τοῦ μακαριστοῦ πατρός Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου. Καί πάνω ἀπό τό γραφεῖο του εἶδα ἕνα μεγάλο κάδρο πού ἔγραφε: «Ἡ ὑψίστη φιλοσοφία» καί ἀπό κάτω ἔλεγε: «Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα»! Πραγματικά, χριστιανοί μου, εἶναι ὕψιστη φιλοσοφία καί μεγάλη θεολογία καί φάρμακο γιά τήν ζωή μας αὐτό πού ἀκοῦμε ἀπό τόν Ἱερέα. Νά τί μᾶς λέει: Ὅλα μας τά προβλήματα καί τίς ἀγωνίες μας γιά τόν ἑαυτό μας καί γιά τούς ἀνθρώπους τῆς οἰκογένειάς μας, ὅλα-ὅλα νά τ᾿ ἀκουμπήσουμε στόν Χριστό! Αὐτό εἶναι τό φάρμακο γιά τό ἄγχος τῆς ζωῆς. Γιατί, ποῦ ἀλλοῦ νά τά ἀκουμπήσουμε, χριστιανοί μου, τά προβλήματά μας; Ὅλοι εἶναι ἀδύναμοι, γιατί εἶναι ἄνθρωποι, γιατί ἔχουν καί αὐτοί προβλήματα. Ἀλλά φροντίζει γιά ᾿μᾶς ὁ παντοδύναμος Ἰησοῦς Χριστός καί λοιπόν: «Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα»!
  

9. Α΄ ΚΑΙ Β΄ ΑΝΤΙΦΩΝΑ

1. Ἑρμηνεύοντας, ἀδελφοί μου χριστιανοί, τήν Θεία Λειτουργία τελειώσαμε τά «Εἰρηνικά», αὐτά δηλαδή τά αἰτήματα πού λέγονται μετά τό «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία». Καί τά «Εἰρηνικά» τελειώνουν ὅπως ἄρχισαν, μέ δοξολογία δηλαδή στήν Ἁγία Τριάδα. Σέ ὅλη τήν Θεία Λειτουργία, ἀγαπητοί μου, θά ἀκοῦμε τόν παπᾶ νά λέει: «Τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», γιατί ὁ ὕμνος στήν Ἁγία Τριάδα εἶναι ἡ σπονδυλική στήλη τῆς Θείας Λειτουργίας.
Καί τώρα ἡ Θεία Λειτουργία προχωράει πρός αὐτό πού λέμε «Μικρή Εἴσοδο». «Μικρή Εἴσοδος» εἶναι αὐτό πού κάνει ὁ Ἱερέας, ὅταν παίρνει τό Ἅγιο Εὐαγγέλιο στά χέρια του ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα καί ἔρχεται στό μέσον τοῦ Ναοῦ, ἐνῶ πρίν ἀπό αὐτόν προπορεύονται παιδάκια μέ ἀναμμένες λαμπάδες. Καί φτάνοντας στό κέντρο τοῦ Ναοῦ ὁ Ἱερέας ὑψώνει τό Ἅγιο Εὐαγγέλιο ψηλότερα ἀπό τό κεφάλι του καί λέει: «ΣΟΦΙΑ· ΟΡΘΟΙ». Αὐτό, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός κατεβαίνει ἀπό τά οὐράνια – καί τά οὐράνια συμβολίζει τό Ἱερό – καί ἔρχεται μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, γιά νά κηρύξει τόν ἅγιό Του λόγο.
2. Ἀλλά πρίν ἀπό τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο προηγήθηκαν οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί ὁ Πρόδρομος Ἰωάννης, πού προετοίμαζαν τούς ἀνθρώπους, γιά νά ὑποδεχτοῦν κατάλληλα τόν Μεσσία καί νά Τόν πιστέψουν. Ἔτσι καί στήν Θεία Λειτουργία: Μετά τά «Εἰρηνικά», πού εἴπαμε, μέχρι τό «Σοφία· Ὀρθοί» ἀκοῦμε τίς σάλπιγγες τῶν προφητῶν, πού διαλαλοῦν τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ μέ τήν «Μικρή Εἴσοδο» καί  μᾶς προετοιμάζουν καταλλήλως. Σέ ὅλο αὐτό τό κομμάτι, πού εἶναι ἡ προετοιμασία γιά τό «Σοφία. Ὀρθοί», ἀκούγονται τά «Ἀντίφωνα». Αὐτές εἶναι οἱ φωνές τῶν προφητῶν. Εἶναι τό Πρῶτο, τό Δεύτερο καί τό Τρίτο Ἀντίφωνο. Παλαιότερα τά «Ἀντίφωνα» ἦταν ὁλόκληροι ψαλμοί ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη. Τώρα ὅμως, γιά νά μήν κουράζεται ὁ λαός, δέν λέγονται ὁλόκληροι οἱ ψαλμοί, ἀλλά μόνο μερικοί στίχοι καί στό τέλος τοῦ κάθε στίχου ψάλλεται ἕνα μικρό, δογματικό τροπαριάκι, πού τό λέμε «Ἐφύμνιο». Ἕνα τροπάριο δηλαδή πού λέει γιά τήν πίστη μας. Στό πρῶτο Ἀντίφωνο τέτοιο τροπάριο εἶναι τό «Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, Σῶτερ, σῶσον ἡμᾶς». Καί στό δεύτερο Ἀντίφωνο, ὡς τέτοιο τροπάριο, Ἐφύμνιο, ὅπως τό εἴπαμε, εἶναι τό «Σῶσον ἡμᾶς, Υἱέ Θεοῦ, ὁ ἀναστάς ἐκ νεκρῶν, ψάλλοντάς Σοι ἀλληλούϊα».
3. Ἀλλά τό Ἀντίφωνο αὐτό, ἀγαπητοί μου, τό δεύτερο, ἔχει καί ἕνα  μεγαλύτερο τροπάριο, πού εἶναι ἕνα μικρό «Πιστεύω». Εἶναι τό «Ὁ Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ...». Πραγματικά, ἕνα μικρό «Πιστεύω» εἶναι τό Ἐφύμνιο αὐτό, γιατί τά ἔχει ὅλα. Λέει γιά τόν Χριστό μας ὅτι εἶναι «Ὁ Μονογενής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ» καί ὅτι εἶναι «Ἀθάνατος». Καί ὅμως! Ὁ Ἀθάνατος Υἱός τοῦ Θεοῦ, χριστιανοί μου, καταδέχτηκε γιά ᾿μᾶς, γιά τήν σωτηρία μας, νά σαρκωθεῖ στήν Κοιλία τῆς Παναγίας μας καί νά γίνει ἄνθρωπος. «Ἐνανθρώπηση» τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τό λέμε αὐτό. Ἀλλά, προσέχετε!  Ἔγινε ἄνθρωπος, πραγματικά ἄνθρωπος ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, χωρίς ὅμως νά πάψει νά εἶναι Θεός, χωρίς νά τραπεῖ ἡ Θεότητά Του. Ὅλα αὐτά τά λέει τό μεγάλο Ἐφύμνιο τοῦ δευτέρου Ἀντιφώνου. Ἀκοῦστε πῶς τό λέει: «Καί καταδεξάμενος διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν, σαρκωθῆναι ἐκ τῆς Ἁγίας Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας, ἀτρέπτως ἐνανθρωπήσας». Ἀλλά λέει καί περισσότερα γιά τήν πίστη μας τό δογματικό αὐτό τροπάριο. Λέει γιά τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ: «Σταυρωθείς τε, Χριστέ ὁ Θεός». Λέει γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ: «Θανάτῳ θάνατον πατήσας». Λέει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἕνα ἀπό τά Τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Καί ὅτι δοξάζεται μαζί μέ Αὐτά, μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα: «Εἷς ὤν τῆς Ἁγίας Τριάδος, συνδοξαζόμενος τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι».
Καί τελειώνει ἡ προετοιμασία αὐτή γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου, δηλαδή γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Χριστοῦ. Τελειώνει, λέγω, μέ τό τρίτο Ἀντίφωνο, γιά τό ὁποῖο θά σᾶς μιλήσω στό ἑπόμενο κήρυγμα.
Σᾶς εὔχομαι ὁλόκαρδα νά ἔχετε στήν καρδιά σας καί τήν οἰκογένειά σας τήν Χάρη τῆς Θείας Λειτουργίας.


10. Γ΄ ΑΝΤΙΦΩΝΟ

1. Εἴπαμε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί χριστιανοί, στό προηγούμενο κήρυγμα ὅτι τό «Σοφία. Ὀρθοί», πού λέγει ὁ Ἱερέας στό κέντρο τοῦ Ναοῦ, ὑψώνοντας τό Εὐαγγέλιο, ἔχει τήν ἔννοια ὅτι ὁ Χριστός ἔρχεται στόν κόσμο, γιά νά κηρύξει τόν ἅγιό Του λόγο. Καί ἀφοῦ, λοιπόν, ὁ Χριστός θά ἔρθει ἀνάμεσά μας μέ τό «Σοφία. Ὀρθοί», ἡ Θεία Λειτουργία μᾶς προετοιμάζει νά Τόν ὑποδεχτοῦμε. Καί αὐτή τήν προετοιμασία μᾶς τήν κάνει μέ τά Ἀντίφωνα, πού εἶναι ψαλμικοί στίχοι, ὅπως εἴπαμε, καί καταλήγουν σέ ἕνα μικρό τροπάριο, τό «ἐφύμνιο», ὅπως λέγεται. Γιά τό πρῶτο Ἀντίφωνο, «ἐφύμνιο» εἶναι, ὅπως εἴπαμε, τό «Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου» καί γιά τό δεύτερο Ἀντίφωνο, «φύμνιο» εἶναι τό «Σῶσον ἡμᾶς, Υἱέ Θεοῦ». Αὐτό δέ τό δεύτερο Ἀντίφωνο ἔχει καί ἕνα ὡραῖο τροπάριο τό «Ὁ Μονογενής Υἱός», τό μικρό «Πιστέυω», ὅπως τό εἴπαμε.
2. Οἱ ψαλμικοί αὐτοί στίχοι μέ τά τροπάριά τους λέγονται «Ἀντίφωνα», γιατί ψάλλονται «ἀντιφωνικά». Ἕνα στίχο ὁ δεξιός ψάλτης καί ἕνα ὁ ἀριστερός. Καί αὐτή ἡ ἀντιφωνική ψαλμωδία τοῦ δεξιοῦ καί τοῦ ἀριστεροῦ ψάλτου, δέν εἶναι δικό μας ἐφεύρημα, ἀλλά εἶναι ἀπό τό ὅραμα πού εἶδε ὁ προφήτης Ἠσαΐας, ὅταν κλήθηκε στό προφητικό του ἀξίωμα.
Ὁ προφήτης Ἠσαΐας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶδε θεοπτία. Πρό Χριστοῦ εἶδε καί ἀπήλαυσε τήν Θεία Λειτουργία καί τήν γράφει στό 6ο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου του. Ἐκεῖ μᾶς λέγει ὅτι εἶδε τό οὐράνιο Θυσιαστήριο. Εἶδε τόν Θεό νά κάθεται σέ θρόνο ὑψηλό καί μεγαλόπρεπο καί γύρω ἀπό αὐτόν νά εἶναι οἱ ἄγγελοι, τά Χερουβείμ καί τά Σεραφείμ. Εἶχαν ἕξι πτέρυγες, γι᾿ αὐτό καί λέγονται Ἑξαπτέρυγα. Καί πετοῦσαν μέ τίς πτέρυγές τους καί ἔκραζαν: «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ τῆς δόξης σου». Καί ἔπειτα ὁ προφήτης εἶδε ἕναν ἄγγελο νά παίρνει μέ τήν λαβίδα ἕναν ἀναμμένο ἄνθρακα ἀπό τό Ἅγιο Θυσιαστήριο τοῦ οὐρανοῦ καί νά τόν βάζει στό στόμα τοῦ προφήτου. Αὐτό προτυπώνει τήν Θεία Κοινωνία, ἀδελφοί μου χριστιανοί. Γιατί ὁ ἄγγελος εἶπε στόν προφήτη, ὅταν τοῦ ἔδωσε τόν ἀναμμένο ἄνθρακα: «Αὐτό πού ἀγγίζει τά χείλη σου θά σοῦ πάρει τίς ἀνομίες σου καί θά σέ καθαρίσει ἀπό τίς ἁμαρτίες σου». Σ᾿ αὐτήν λοιπόν τήν οὐράνια Θεία Λειτουργία, πού εἶδε προφητικά ὁ Ἠσαΐας, ἀγαπητοί μου, ἄκουσε τούς ἀγγέλους νά ψάλλουν ἀντιφωνικά τό «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ». Καί αὐτή τήν ἀντιφωνική ψαλμωδία ἡ Ἐκκλησία τήν ἔβαλε στήν λατρεία της καί ἔχουμε τόν δεξιό καί τόν ἀριστερό ψάλτη. Ἔτσι, λοιπόν, ἔχουμε τά «Ἀντίφωνα», τό πρῶτο, τό δεύτερο καί τό τρίτο Ἀντίφωνο.
3. Τό τρίτο Ἀντίφωνο εἶναι τό τελευταῖο. Τελειώνει μέ αὐτό ἡ προετοιμασία μας, γιά νά δεχτοῦμε τόν Χριστό μέ τό «Σοφία. Ὀρθοί». Καί ἀφοῦ τελειώνει, «ἀπολύεται» νά τό ποῦμε διαφορετικά, γι᾿ αὐτόν τόν λόγο στό τρίτο ἀντίφωνο ψάλλουμε τό Ἀπολυτίκιο τῆς ἡμέρας. Αὐτό τό Ἀπολυτίκιο δέν ψάλλεται ἀργά, δέν ταιριάζει νά ψαλεῖ ἀργά, ἀλλά ψάλλεται σέ «ἀπολελυμένο» ἦχο. Καί γι᾿ αὐτόν τόν λόγο πάλι λέγεται Ἀπολυτίκιο.
Καθώς ψάλλει τό Ἀπολυτίκιο ὁ ψάλτης βλέπουμε ἕνα ὡραῖο καί μεγαλόπρεπο θέαμα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Ὁ Ἱερέας παίρνει ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα τό Ἅγιο Εὐαγγέλιο, τό ὑψώνει, ὥστε νά καλύπτει μέ αὐτό τό πρόσωπό του καί ἐξέρχεται ἔτσι ἀπό τό Ἱερό Βῆμα καί ἔρχεται στό Καθολικό, ἐκεῖ δηλαδή πού βρίσκεται ὁ λαός, καί στέκεται στό μέσον τοῦ Ναοῦ, γιά νά ἐκφωνήσει τό «Σοφία· ὀρθοί». Αὐτό, ἀγαπητοί μου, εἶναι μία λιτανεία. Καί ὅπως γίνεται στήν λιτανεία, ἔτσι καί ἐδῶ, πρίν ἀπό τόν Ἱερέα, πού ἔχει ὑψωμένο τό Εὐαγγέλιο, προπορεύονται λαμπάδες ἀναμμένες. Ἀκόμη σέ μερικά μέρη προπορεύονται καί ἑξαπτέρυγα καί λάβαρα ὑψωμένα, ἀκριβῶς ὅπως σέ λιτανεία. Στήν ἐποχή δέ τοῦ Βυζαντίου κατέβαινε καί ὁ αὐτοκράτορας ἀπό τόν θρόνο του καί οἱ συγκλητικοί καί οἱ ἀξιωματοῦχοι προπορεύονταν καί αὐτοί πρίν ἀπό τόν Ἱερέα, πού κρατοῦσε τό Εὐαγγέλιο, ὅπως ἀκριβῶς σέ λιτανεία, ξαναλέγω.
Σᾶς εἶπα, ὅπως καί τό βλέπουμε στήν Θεία Λειτουργία, ὅτι ὁ Ἱερέας ἔχει τό Εὐαγγέλιο ὑψωμένο, ὥστε νά σκεπάζει τό πρόσωπό του. Αὐτό, χριστιανοί μου, σημαίνει ὅτι στήν Θεία Λειτουργία μή βλέπουμε τό πρόσωπο τοῦ Ἱερέα, μήν ἐξετάζουμε δηλαδή ποιός Ἱερέας κάνει τήν Θεία Λειτουργία. Γιατί ὅποιος Ἱερέας κι ἄν κάνει τήν Θεία Λειτουργία, εἴτε ἁμαρτωλός εἶναι αὐτός εἴτε ἅγιος, εἶναι ἴδια ἡ Θεία Λειτουργία. Εἴπαμε ὅτι τό πρόσωπο τοῦ Ἱερέα εἶναι καλυμμένο μέ τό Εὐαγγέλιο καί ἄρα ὁ λαός βλέποντας τόν Ἱερέα βλέπει τόν Χριστό, πού εἶναι πάνω στό Εὐαγγέλιο. Καί ὅτι αὐτό εἶναι ἀλήθεια, δηλαδή ὁ λαός βλέποντας ἀνάμεσά του τό Εὐαγγέλιο πού κρατᾶ ὁ Ἱερέας, βλέπει τόν ἴδιο τόν Χριστό, φαίνεται ἀπό τό ἑξῆς: Μετά τό «Σοφία. Ὀρθοί» ὁ ψάλτης, δηλαδή ὁ λαός, ψάλλει: «Δεῦτε προσκυνήσωμεν καί προσπέσωμεν Χριστῷ». Σκεφθεῖτε: Ἐνῶ εἶδε ἕνα ἁπλό βιβλίο, πού τό λένε Εὐαγγέλιο, ὅμως σ᾿ αὐτό εἶδε τόν ἴδιο τόν Χριστό νά ἔρχεται ἀνάμεσά του.
Ὅλο αὐτό πού σᾶς εἶπα, ἀγαπητοί μου χριστιανοί, λέγεται μέ μιά ἔκφραση «Μικρά Εἴσοδος». Εἶναι δέ πολύ σημαντική ἡ λειτουργική αὐτή πράξη τῆς Θείας Λειτουργίας. Ἀλλά θά σᾶς μιλήσω γι᾿ αὐτό, μέ τήν Χάρη τοῦ Χριστοῦ, στό ἑπόμενο κήρυγμά μας.

(Συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε να γράφετε τα σχόλιά σας με τρόπο ευπρεπή καί όχι στα greeklish, για να μην δυσκολεύετε τον αναγνώστη.