Παρασκευή 3 Ιουνίου 2016

Η ΕΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΙ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΟΥ 879/80 (1)




ΕΙΣΑΓΩΓΗ*

Ἡ παροῦσα Σύνοδος κατατάσσεται μέν συνήθως μεταξύ τῶν ἀρχαίων Τοπικῶν Συνόδων, τῶν ὁποίων κατακλείει  τήν σειράν, ἀλλ᾽ στήν πραγματικότητα εἶναι ἡ τελευταία γενική Σύνοδος τῆς ἑνωμένης ἀρχαίας Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἐκδοῦσα ἀποφάσεις δογματικοσυμβολικοῦ καί κανονικοῦ περιεχομένου καί χαρακτῆρος γενικοῦ ἐπί τῶν σχισματοποιῶν ζητημάτων μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καί Δύσεως· δηλαδή περί τῆς προσθήκης τοῦ Filioque, τῆς ἀναγνωρίσεως τοῦ Φωτίου, [1] τοῦ πρωτείου τοῦ Πάπα κλπ., διά τῶν ὁποίων ἀποκατέστησεν, ἔστω καί προσωρινῶς, τήν ὁμοφροσύνη καί εἰρήνη καί ἑνότητα μεταξύ τῆς ὀρθοδόξου Ἀνατολῆς καί τῆς παπικῆς Δύσεως, μέ τό νά ἀρθεῖ ἔτσι κατ᾽ οὐσίαν τό ἀπό τοῦ 867 ὑφιστάμενο σχίσμα. 

   Αὐτή ἡ Σύνοδος ἀποτελέσθηκε ἀπό 383 Πατέρες ἀνατολικούς καί δυτικούς, οἱ ὁποῖοι ἐκπροσωποῦσαν τά πέντε ἀρχαῖα Πατριαρχεῖα, καί παρουσίασε καί κατ᾽ αὐτόν τόν ρωμαιοκαθολικό θεολόγο Hergenroether, τέτοιο ἐπιβλητικό θέαμα, τό ὁποῖο δέν παρουσιάσθηκε ἀπό τούς χρόνους τῆς Δ´ ἐν Χαλκηδόνι Οἰκουμενικῆς Συνόδου. [2] Γι᾽ αὐτό, συνεχίζοντας ὁμολογεῖ αὐτός, ἡ Σύνοδος αὐτή φέρει ἐξωτερικῶς (καί ἐσωτερικῶς, προσθέτουμε ἐμεῖς) ὅλα τά γνωρίσματα Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Οὐδόλως ἄρα ἄπορον ὅτι θεωροῦσαν αὐτήν ὡς ὀγδόη Οἰκουμενική οἱ Θεόδωρος Βαλσαμών, Νεῖλος Θεσσαλονίκης, Νεῖλος Ρόδου, Συμεών Θεσσαλονίκης, Μᾶρκος Ἐφέσου, Γεννάδιος Σχολάριος, Δοσίθεος Ἱεροσολύμων, Κωνσταντῖνος Οἰκονόμος καί ἄλλοι. [3] Ἀλλά καί ἡ ἴδια ἡ Σύνοδος ἐχαρακτήρισε ἑαυτήν ὡς Οἰκουμενική σέ πολλά σημεῖα τῶν πρακτικῶν της, ἀκόμη δέ καί ὁ Πατριάρχης Εὐθύμιος καί πολλοί ἄλλοι μέχρι τῶν συγχρόνων μας Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, [4] F. Dvornik [5] καί ἄλλων. Παρά ταῦτα ὅμως ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐπισήμως δέν ἀνεκήρυξε αὐτήν ἀκόμη ὡς ὀγδόη Οἰκουμενική, θεωροῦσα ὡς θεμέλιο τῆς Ὀρθοδοξίας τίς ἑπτά ἀρχαῖες Οἰκουμενικές Συνόδους. Ἀλλ᾽ ἀναμφισβήτητα ἡ Σύνοδος τοῦ 879/80, ἡ ὁποία συνῆλθε στό ναό τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας ὑπό τήν προεδρία τοῦ μεγάλου καί σοφωτάτου Πατριάρχου Φωτίου, συμπαραστατουμένου ὑπό ἐπισήμων τοποτηρητῶν ὅλων τῶν ἄλλων Πατριαρχῶν, καί ἐλευθέρως διασκεψαμένη καί ἀποφανθεῖσα κατά τά παραδεδομένα ἐπί σπουδαιοτάτων ζητημάτων, φέρει «οὐ μόνον τά ἐξωτερικά, ἀλλά καί πάντα τά ἐσωτερικά γνωρίσματα Οἰκουμενικῆς Συνόδου», [6] ὅπως ἔχει ἤδη λεχθεῖ, ἐκδοῦσα σημαντικότατες ἀποφάσεις γιά τήν καθόλου Ἐκκλησία, ἀπό τίς ὁποῖες ἀναφέρουμε ἐδῶ τίς ἑπόμενες: 

   α) Ἐν πρώτοις, ἡ Σύνοδος ἐξέδωσε στήν 6η συνεδρία της τήν 12η Μαρτίου 880 ὅρον πίστεως, διά τοῦ ὁποίου ἐθέσπισε τό ἀμετάβλητο καί ἀπαραχάρακτο καί ἀπαρασάλευτο εἰς τόν αἰῶνα τοῦ ἱεροῦ Συμβόλου Νικαίας - Κωνσταντινουπόλεως κατά πάσης παραχαράξεως αὐτοῦ, καί εἰδικῶς τῆς ἀποτολμηθείσης ἐκ μέρους τῶν Λατίνων διά τῆς ἀθέσμου προσθήκης τοῦ Filioque, τήν ὁποία ὁ μέν Φώτιος κατήγγειλε τό 866 διά τῆς κατωτέρω δημοσιευομένης περιπύστου  ἐγκυκλίου του «πρός τούς τῆς Ἀνατολῆς ἀρχιερατικούς θρόνους», ἡ δέ ὀρθόδοξος ἐν Κων/πόλει Σύνοδος τοῦ 867 κατεδίκασεν. [7] Ἡ συνεδρίαση αὐτή ἔγινε στά βασιλικά ἀνάκτορα παρουσίᾳ τοῦ αὐτοκράτορος Βασιλείου τοῦ Μακεδόνος, ὁ ὁποῖος δήλωσε ὅτι δέν παρέστη κατά τίς προηγούμενες συνεδρίες τῆς Συνόδου, γιά νά μή θεωρηθεῖ ὅτι ἀσκεῖ πίεση τινά ἐπί τῶν μελῶν της. Ἀφοῦ δέ ἐξέφρασε τήν χαρά του γιά τήν ἐπιτευχθεῖσα ἐκκλησιαστική εἰρήνη καί ἕνωση, πρότεινε ὅπως «πάντων ἐν ὁμονοίᾳ τε καί βαθείᾳ εἰρήνῃ ἑνωθέντων καί Χριστῷ τῇ πάντων κεφαλῇ συναφθέντων», ἐκδοθεῖ ὑπό τῆς Συνόδου καί ὅρος τις περί τῆς πίστεως, «οὐ καινός τις καί παρείσακτος, ἀλλ᾽ ὅν ἡ ἁγία καί μεγάλη ἐν Νικαίᾳ Σύνοδος ἐθεμελίωσε καί αἱ λοιπαί ἅγιαι καί οἰκουμενικαί Σύνοδοι συνεπῳκοδόμησάν τε καί συνεκρότησαν». [8] Αὐτή ἡ βασιλική πρόταση ἔγινε ἀποδεκτή ὁμοθυμαδόν ἀπό ὅλους, συμπεριλαμβανομένων καί τῶν παπικῶν ἀντιπροσώπων, καί συνετάγη καί ἀνεγνώσθη ὁ κατωτέρω δημοσιευόμενος ὅρος τῆς Συνόδου μετά τοῦ ἱεροῦ Συμβόλου Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως κατά τήν 6ην καί 7ην συνεδρίαν τῆς Συνόδου, ἅπαντες δέ οἱ Πατέρες αὐτῆς ἐξεβόησαν: «Πάντες οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω πιστεύομεν, ἐν ταύτῃ τῇ ὁμολογίᾳ ἐβαπτίσθημέν τε καί τοῦ ἱερατικοῦ βαθμοῦ ἠξιώμεθα· τούς ἑτέρως παρά ταῦτα φρονοῦντας ἤ ἕτερον ὅρον ἀντί τούτου προβαλέσθαι τολμῶντας, τῷ ἀναθέματι καθυποβάλλομεν... Εἴ τις παρά τοῦτο τό ἱερόν Σύμβολον τολμήσειεν ἕτερον ἀναγράψασθαι ἤ προσθεῖναι ἤ ἀφελεῖν καί ὅρον ὀνομάσαι ἀποθρασυνθείη, κατάκριτος καί πάσης χριστιανικῆς ὁμολογίας ἀπόβλητος... Εἴ τις τοίνυν εἰς τοῦτο ἀπονοίας ἐλάσας τολμήσειεν ἕτερον ἐκθέσθαι σύμβολον καί ὅρον ὀνομάσαι ἤ προσθήκην ἤ ἀφαίρεσιν ἐν τῷ παραδεδομένῳ ἡμῖν παρά τῆς ἁγίας καί οἰκουμενικῆς ἐν Νικαίᾳ τό πρῶτον μεγάλης συνόδου ποιῆσαι, ἀνάθεμα ἔστω». [9] Περιττόν νά προσθέσουμε ὅτι διά πάντων αὐτῶν κατεκρίθη πᾶσα προσθήκη ἤ ἀφαίρεση ἤ μεταβολή τοῦ ἱεροῦ Συμβόλου καί εἰδικῶς ἡ λατινική προσθήκη τοῦ Filioque, τήν ὁποία κυρίως κατεδίκασε ἡ Σύνοδος. Τόν ὅρο δέ αὐτῆς ὑπέγραψαν ὅλοι οἱ Πατέρες μετά τοῦ αὐτοκράτορος καί αὐτῶν τῶν ἀντιπροσώπων τοῦ Πάπα, περί τῶν ὁποίων ἔγραφε μικρόν ὕστερον ὁ Φώτιος πρός τόν μητροπολίτη Ἀκηλυΐας: «Συνόδου συγκροτηθείσης ἐπί τισιν ἐκκλησιαστικοῖς κεφαλαίοις, οἱ ἐκεῖθεν (Ρώμης) ἀπεσταλμένοι τοῦ ἐν ἁγίοις Ἰωάννου Πάπα τοποτηρηταί, ὡς αὐτοῦ παρόντος ἐκείνου καί συνθεολογοῦντος ἡμῖν τήν εὐσέβειαν, τῷ Συμβόλῳ τῆς πίστεως, τῷ διά πασῶν τῶν οἰκουμενικῶν Συνόδων κατά τήν δεσποτικήν φωνήν καί κηρυσσομένῳ καί κρατυνομένῳ, ὡς ὁμόφρονες, καί φωνῇ καί γλώσσῃ καί ἰδιοχείρῳ γραφῇ καθυπεσημήναντο». [10] Ἄς σημειωθεῖ ὅτι καί στήν πραγματεία περί Συνόδων τοῦ Πατριάρχου Εὐθυμίου καί τοῦ μητροπολίτου Ρόδου Νείλου προσεπιβεβαιοῦται ὅτι κατά τήν παροῦσα «Σύνοδον γέγονεν εἰρήνη μεγάλη μεταξύ τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας καί τῶν ἄλλων Πατριαρχείων, φανερῶς ὁμολογησάντων τῶν δυτικῶν, ὅτι οὕτως ἀναγινώσκομεν καί πιστεύομεν, ὡς καί ὑμεῖς, χωρίς προσθήκης τινός τό Σύμβολον τό ἅγιον εἶναι τῆς ἀληθοῦς πίστεως, ἀλλά καί τούς προστιθέντας ἤ ἐλλείποντας ἀναθεματίζομεν». [11]

(συνεχίζεται)


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

   * Ἀπόδοση σέ ἁπλούστερη ἔκφραση ἀπό τό βιβλίον τοῦ Ἰωάννου Καρμίρη, ΤΑ ΔΟΓΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ἐν Ἀθήναις 1960, σελ. 261 ἑξ.
   1. Σημειωτέον ὅτι ὁ Φώτιος εἶχε ἀναγνωρισθεῖ καί ἀπό τήν Πρωτοδευτέρα λεγομένη Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως τό 861, παρόντων καί συμφωνούντων καί τῶν ἀντιπροσώπων τοῦ Πάπα.  Ἡ Σύνοδος αὐτή ἐξέθεσε 17 κανόνες, ἀπό τούς ὁποίους παραθέτουμε ἐδῶ τόν 15 περί σχίσματος τῶν μητροπολιτῶν ἀπό τῶν ἰδίων Πατριαρχῶν: «Τά ὁρισθέντα ἐπί πρεσβυτέρων καί ἐπισκόπων καί μητροπολιτῶν (καν. 13 καί 14), πολλῷ μᾶλλον καί ἐπί πατριαρχῶν ἁρμόζει. Ὥστε, εἴ τις πρεσβύτερος ἤ ἐπίσκοπος ἤ μητροπολίτης τολμήσειεν ἀποστῆναι τῆς πρός τόν οἰκεῖον πατριάρχην κοινωνίας, καί μή ἀναφέρει τό ὄνομα αὐτοῦ, κατά τό ὡρισμένον καί τεταγμένον, ἐν τῇ θείᾳ μυσταγωγίᾳ, ἀλλά πρό ἐμφανείας συνοδικῆς καί τελείας αὐτοῦ κατακρίσεως, σχίσμα ποιήσει, τοῦτον ὥρισεν ἡ ἁγία σύνοδος, πάσης ἱερατείας παντελῶς ἀλλότριον εἶναι , εἰ μόνον ἐλεγθείη τοῦτο παρανομήσας. Καί ταῦτα μέν ὥρισται καί ἐσφράγισται περί τῶν προφάσει τινῶν ἐγκλημάτων τῶν οἰκείων ἀφισταμένων προέδρων καί σχίσμα ποιούντων καί τήν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας διασπώντων. Οἱ γάρ δι᾽ αἵρεσίν τινα, παρά τῶν ἁγίων Συνόδων ἤ Πατέρων κατεγνωσμένην, τῆς πρός τόν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτούς διαστέλλοντες, ἐκείνου τήν αἵρεσιν δηλονότι δημοσίᾳ κηρύσσοντος καί γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ᾽ ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑποκείσονται, πρό συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτούς τῆς πρός τόν καλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλά καί τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οὐ γάρ ἐπισκόπων, ἀλλά ψευδεπισκόπων καί ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καί οὐ σχίσματι τήν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλά σχισμάτων καί μερισμάτων τήν Ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ρύσασθαι».
   2. J. Hergenroether, Photius, Patriarch von Konstantinopel, τ. ΙΙ, σ. 462.
   3. Αὐτόθι, σ. 539, σημ. 74-76.
   4. Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Τό πρωτεῖον τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης, Ἀθῆναι 1930, σ. 155 ἑξ.
   5. F. Dvornik, The Photian Schism. History and Legend. Cambridge 1948, σ. 457.
  6. Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, μν. ἔ. σ. 171: «Ὑπ᾽ αὐτῆς ἀνεγνωρίσθη ἡ Ζ´ Οἰκουμενική Σύνοδος, κατεδικάσθη ἡ ἐν τῇ Δύσῃ ἀρξαμένη τότε, τῇ προσθήκῃ τοῦ Filioque, διαστροφή τοῦ Συμβόλου τῆς πίστεως, δι᾽ ἐπιβεβαιώσεως τοῦ Συμβόλου, ὡς τοῦτο παρεδόθη ὑπό τῶν δύο πρώτων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, καί τέλος ἀπεκρούσθη ἡ διαστροφή τοῦ πρωτείου τιμῆς τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης. Ἀπεδείχθη ἐν τῇ Συνόδῳ ταύτῃ, ὅτι δέν ἄρχει τῆς καθόλου Ἐκκλησίας ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης, ὅτι τό κῦρος αὐτοῦ δέν εἶναι ἀπόλυτον, καί ὅτι ἑπομένως οὐχί ὀρθῶς καί κανονικῶς ἐπενέβη εἰς τά τῆς Ἐκκλησίας Κων/πόλεως ἐσωτερικά ζητήματα. Κατεδικάσθησαν ἐπισήμως τ᾽ἀντικανονικῶς τολμηθέντα ὑπό τῶν παπῶν Νικολάου Α´ καί Ἁδιανοῦ Β´, συναινοῦντος τοῦ Ἰωάννου Η´ διά τῶν ἀντιπροσώπων αὐτοῦ. Κατά τοῦ παπικοῦ κύρους, ἐφ᾽ ὅσον τοῦτο ἐξεδηλώθη δι᾽ ἀντικανονικῶν πράξεων, κατηνέχθη καίριον πλῆγμα. Ἀπεκρούσθη τό νέον πρωτεῖον ἐξουσίας. Ἐγένετο δεκτόν, ὅτι ὁ πάπας Ρώμης εἶναι εἷς τῶν πέντε Πατριαρχῶν τῆς καθόλου Ἐκκλησίας, καί ὅτι τό ὅπερ μεταξύ αὐτῶν κατέχει τιμητικόν πρωτεῖον δέν παρέχει εἰς αὐτόν τό δικαίωμα αὐθαιρέτων ὑπερβασιῶν. Ἡ λύσις τοῦ ζητήματος τοῦ πρωτείου  τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης ἀπετέλεσεν ἕνα τῶν κυρίων σκοπῶν τῆς Συνόδου. Δι᾽ αὐτῆς ἡ Ἐκκλησία ἔτι ἅπαξ ἐπισήμως ἀπέκρουε τό πρωτεῖον ἐξουσίας τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης. Τ᾽ἀποφασισθέντα δ᾽ ἐν τῇ Συνόδῳ ταύτῃ ὑπῆρξαν σύμφωνα πρός τά ὐπό τῶν προηγουμένων Οἰκουμενικῶν Συνόδων θεσπισθέντα, σύμφωνα πρός τήν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας».
   7. Βλ. Ἰω. Καρμίρη, Δύο Βυζαντινοί Ἱεράρχαι καί τό Σχίσμα τῆς Ρωμαϊκῆς Ἐκκλησίας, σ. 39 ἑξ. Ἀγγλ. μετάφρ. αὐτοῦ, σ. 19 ἑξ.
   8. MCC. XVII, 513, HAC. VI, 333.
   9. MCC. XVII, 517. 520/1. HAC. VI, 336. 340.
  10. Ι. Βαλέττα, Φωτίου ἐπιστολαί, σ. 198. Πρβλ. καί Φωτίου, Περί τῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μυσταγωγίας. MPG. 102,381.
   11. Παρά F. Dvornik, μν. ἔ. σ. 457.   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε να γράφετε τα σχόλιά σας με τρόπο ευπρεπή καί όχι στα greeklish, για να μην δυσκολεύετε τον αναγνώστη.