Δευτέρα 20 Απριλίου 2015

ΑΝΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑΪΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΟΤΙ ΔΕΝ ΑΝΑΣΤΗΘΗΚΕ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ, ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΕΜΜΑΟΥΣ



Ἀγαπητοί μου ἀκροατές, ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!

Μιλᾶμε γιά τίς ἐμφανίσεις τοῦ ἀναστάντος Κυρίου μας στήν Ἰουδαία πρῶτα. Εἴπαμε ὅτι ἡ ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας εἶναι βέβαιο γεγονός καί αὐτό τό ἀποδεικνύουν περίτρανα οἱ ἐμφανίσεις Του μετά τήν ἀνάσταση. Καί ἦταν πραγματικές οἱ ἐμφανίσεις του καί ὄχι φαντασίες τῶν μαθητῶν του, γιατί αὐτοί, ἄν καί ἔγιναν κήρυκες τῆς ἀναστάσεως, ὅμως στήν ἀρχή, ὅπως εἴπαμε στήν προηγούμενη ἐκπομπή μας, ἦταν δύσπιστοι στίς Μυροφόρες γυναῖκες, οἱ ὁποῖες τούς μίλησαν γιά τήν ἀνάσταση.


1. Ἀντίθετα, τά μέλη τοῦ Συνεδρίου φαίνεται ὅτι ἐπίστευσαν εὔκολα στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν οἱ τρομαγμένοι καί λαχανιασμένοι φύλακες στρατιῶτες τούς μίλησαν γι᾿ αὐτά πού εἶδαν καί ἄκουσαν στόν τάφο, οἱ Ἰουδαῖοι ἄρχοντες φαίνεται νά σκέφθηκαν πολύ ἁπλᾶ, ὅτι πραγματικά θά ἀναστήθηκε ὁ Χριστός. Ἔπρεπε ὅμως νά «ὑπερασπίσουν» τόν ἑαυτό τους καί γι᾿ αὐτό πλήρωσαν τούς στρατιῶτες καί τούς εἶπαν νά ποῦν, ὅτι, ὅταν αὐτοί ἐκοιμοῦντο, ἦλθαν οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ καί ἔκλεψαν τό σῶμα του. Καί γι᾿ αὐτό ὁ τάφος εἶναι κενός (Ματθ. 28,12-14.15). Ἀλλά αὐτή ἡ ὑπόδειξη τῶν μορφωμένων τάχα μελῶν τοῦ Συνεδρίου πρός τούς στρατιῶτες δέν ἦταν καθόλου ἔξυπνη. Γιατί ἀφοῦ κοιμοῦνταν οἱ στρατιῶτες, ποῦ εἶδαν τούς μαθητές νά ἔρχονται νά παίρνουν τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ; Ὁ κοιμώμενος ὄνειρα βλέπει καί ὄχι πραγματικότητες. Γιατί λοιπόν νά ποῦν οἱ στρατιῶτες ὅτι ἦλθαν οἱ μαθητές καί ἔκλεψαν τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ; Μπορεῖ καί νά ἀναστήθηκε ὁ Χριστός καί μάλιστα συνέφερε στούς στρατιῶτες νά ποῦν ὅτι ἀναστήθηκε ὁ Χριστός. Γιατί, ὦ στρατιῶτες, πῶς κοιμηθήκατε, ἀφοῦ εἴχατε αὐστηρή ἐντολή ἀπό τόν ἄρχοντα νά φρουρεῖτε τόν τάφο; Δέν φοβᾶστε τήν τιμωρία; Ἔπειτα, ὁ κλέφτης ἁρπάζει γρήγορα ὅ,τι βρεῖ καί φεύγει. Ἀλλά ἐδῶ, στόν τάφο τοῦ Χριστοῦ, βρέθηκαν τά νεκρικά σεντόνια. Καί τό μαντῆλι πού ἦταν στό κεφάλι του δέν ἦταν μαζί μέ τά νεκρικά σεντόνια, ἀλλά χωριστά, διπλωμένο καί τοποθετημένο σέ ἕνα μέρος. Δηλαδή: Ἄν ἔγινε αὐτό πού εἶπαν οἱ στρατιῶτες, ὅτι οἱ μαθητές ἔκλεψαν τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πρέπει νά ὑποθέσουμε ὅτι οἱ μαθητές πῆγαν στόν τάφο, κύλισαν τόν βαρύ λίθο – καί δέν ξυπνήσατε, ὦ στρατιῶται, ἀπό τόν κρότο τοῦ λίθου;! – μπῆκαν μέσα στόν τάφο καί ἄρχισαν ἥσυχα καί ἀδιατάραχα νά ἀφαιροῦν τά σεντόνια ἀπό τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, νά ἀφαιροῦν τό μαντῆλι ἀπό τό κεφάλι του, νά τό διπλώνουν ἥρεμα καί μετά πῆραν τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ἔφυγαν. Ποῦ βρῆκαν αὐτήν τήν ἄνεση οἱ μαθητές, ἄν πραγματικά πῆγαν γιά κλοπή, ἀφοῦ μάλιστα γνώριζαν καί τήν φρουρά τοῦ τάφου; Καλά, στρατιῶτες, κοιμηθήκατε. Ἀλλά κοιμηθήκατε ὅλοι, χωρίς νά μείνει ἕνας τοὐλάχιστον ξάγρυπνος, γιά νά ξυπνήσει τούς ἄλλους φρουρούς σέ περίπτωση κλοπῆς; Πόσο ἀνόητη, ἀγαπητοί μου ἀκροατές, εἶναι ἡ ἀπιστία! Καλά τό λέει κάπου ὁ Χρυσόστομος: «Ἕοικεν ἡ πλάνη ἑαυτῇ περιπίπτειν καί τῇ ἀληθείᾳ ἄκουσα συνηγορεῖ»!

2. Ἀλλά στήν σημερινή μου ἐκπομπή θέλω νά ὁμιλήσω γιά μιά ἄλλη ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ, πού ἔγινε καί αὐτή στήν Ἰουδαία, ἔξω ὅμως ἀπό τά Ἰεροσόλυμα. Πέρασαν τρεῖς μέρες μετά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Στούς ἀκροατές τοῦ Χριστοῦ καί μέ τήν γενική ἔννοια μαθητές του, πού εἶχαν ἔλθει στά Ἰεροσόλυμα γιά τήν ἑορτή τοῦ Πάσχα, εἶχε ἀκουστεῖ ὅτι εὐσεβεῖς γυναῖκες πῆγαν τά ξημερώματα τῆς Κυριακῆς στόν τάφο, τόν βρῆκαν κενό καί εἶδαν ἐκεῖ δύο ἀγγέλους. Δέν πρέπει ὅμως νά ἀκούστηκε σέ ὅλους ἡ ἐμφάνιση τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ στήν Μαρία τήν Μαγδαληνή, γιατί δέν εἶχε μεσολαβήσει ὁ ἀπαραίτητος καιρός. 
Γιά τήν πασχάλια ἑορτή, τήν 14η τοῦ μηνός Νισάν, εἶχαν συγκεντρωθεῖ πολλοί στά Ἰεροσόλυμα. Δέν παρέμειναν ὅμως ὅλοι αὐτοί ὅλο τό ὀκταήμερο τῆς ἑορτῆς καί ἄρχισαν ἀπό τήν δεύτερη ἤ τρίτη κιόλας ἡμέρα νά ἐπιστρέφουν στά σπίτια τους. Ἔτσι δύο ἀπό τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ, πού εἶχαν ἔλθει καί αὐτοί στά Ἰεροσόλυμα, στίς 16 τοῦ μηνός Νισάν ξεκίνησαν νά ἐπιστρέψουν καί αὐτοί στά σπίτια τους. Ὁ ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς ὀνομαζόταν Κλεόπας. Δύσπιστοι καί αὐτοί γιά τά συμβάντα πού ἀκούονταν, ξεκίνησαν γιά τήν πατρίδα τους τήν Ἐμμαούς. Τήν πορεία τους αὐτή τήν διηγεῖται πολύ χαριτωμένα ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς καί συμπεραίνεται ἀπό αὐτό ὅτι ὁ ἄλλος ἀπό τούς δύο μαθητές ἦταν αὐτός, ὁ Λουκᾶς.
Προχωροῦσαν λοιπόν οἱ δύο μαθητές πρός τούς Ἐμμαούς καί – ὅπως μᾶς τά διηγεῖται ὁ Λουκᾶς – «μιλοῦσαν μεταξύ τους γιά ὅλα αὐτά τά συμβάντα. Καί ἐνῶ μιλοῦσαν καί συζητοῦσαν, τούς πλησίασε ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς καί βάδιζε μαζί τους. Ἀλλά κάτι κρατοῦσε τά μάτια τους, ὥστε νά μή μποροῦν νά τόν ἀναγνωρίσουν» (Λουκ. 24,14-16). Ἐντύπωση τούς ἔκανε τό ἐρώτημα τοῦ ἀγνώστου τους: «Τί εἶναι αὐτό πού συζητεῖτε μεταξύ σας καί εἶστε σκυθρωποί;» Ὁ ἕνας ἀπό αὐτούς, ὁ Κλεόπας, τοῦ ἀπάντησε: «Μόνος κατοικεῖς ἐσύ στήν Ἰερουσαλήμ καί δέν ξέρεις αὐτά πού συμβαίνουν ἐκεῖ αὐτές τίς μέρες;» Καί τοῦ εἶπαν τά σχετικά μέ τόν Ἰησοῦ τόν Ναζωραῖο, γιά τόν ὁποῖο εἶπαν ὅτι ἦταν «προφήτης δυνατός σέ ἔργα καί λόγια» καί ὅτι «οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ ἄρχοντες τόν παρέδωκαν νά καταδικαστεῖ σέ θάνατο καί τόν  σταύρωσαν». Εἶπαν δέ ἀκόμη καί τήν πίστη τους γι᾿ αὐτόν: Ὅτι αὐτοί «ἤλπιζαν ὅτι αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού πρόκειται νά λυτρώσει τόν Ἰσραήλ» (βλ. Λουκ. 17,20-21). Μέ τήν ἔκφρασή του αὐτή ὁ Κλεόπας φαίνεται ὅτι τήν ἀποστολή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τήν πίστευε μέ μεσσιανική ἐθνικιστική ἔννοια. Ὅτι, δηλαδή, αὐτός θά ἔλθει γιά νά ἀπαλλάξει τόν λαό τοῦ Ἰσραήλ ἀπό τόν ξενικό ζυγό καί νά τόν ἀποκαταστήσει στήν παλαιά του δόξα. Ἀλλά μετά τόν οἰκτρό θάνατο τοῦ Ἰησοῦ πάει πιά ἡ ἐλπίδα τους αὐτή καί συνεχίζει νά λέει ὁ Κλεόπας: «Καί σάν νά μήν ἦταν αὐτό ἀρκετό, εἶναι σήμερα ἡ τρίτη ἡμέρα ἀφ᾿ ὅτου συνέβησαν αὐτά. Καί μερικές γυναῖκες ἀπό τόν κύκλο μας μᾶς ἐξέπληξαν· πῆγαν πολύ πρωΐ στό μνῆμα, ἀλλά δέν βρῆκαν τό σῶμά του καί ὅταν ἐπέστρεψαν ἔλεγαν ὅτι εἶδαν καί ὀπτασία ἀγγέλων, οἱ ὁποῖοι εἶπαν ὅτι αὐτός ζῆ. Ἐπῆγαν καί μερικοί ἀπό ἐκείνους πού ἦταν μαζί μας στό μνῆμα καί τό βρῆκαν ὅπως εἶχαν πεῖ οἱ γυναῖκες, αὐτόν ὅμως δέν τόν εἶδαν» (Λουκ. 24,21-24).
Τά λόγια αὐτά τοῦ Κλεόπα δείχνουν ὅτι δέ γνώριζε γιά τήν ἐμφάνιση τοῦ ἴδιου τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ στήν Μαρία τήν Μαγδαληνή. Φαίνεται ὅτι ξεκίνησαν ἀπό τήν Ἰερουσαλήμ πρίν ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή ἀναγγείλει ὅτι εἶδε τόν Ἰησοῦ Χριστό. Ὅταν ὁ Κλεόπας τελείωσε, ὁ ἄγνωστός τους ξαφνικά ἄλλαξε στάση καί ἄρχισε νά τούς ὁμιλεῖ σάν καλά πληροφορημένος γιά τό θέμα πού συζητοῦσαν. Τούς εἶπε λοιπόν: «Ὦ ἀνόητοι καί βραδύνοοι στό νά πιστεύετε σέ ὅσα ἐλάλησαν οἱ προφῆτες! Δέν ἔπρεπε ὁ Χριστός νά πάθει ὅλα αὐτά καί νά εἰσέλθει στήν δόξα Του;» (Λουκ. 24,25-26). Καί ἔπειτα ἄρχισε ἀπό τό Μωυσῆ καί ἀπό ὅλους τούς προφῆτες νά τούς ἑρμηνεύει ὅσα ἀναφέρονται στίς Γραφές γι᾿ αὐτόν, γιά τόν Μεσσία. Δηλαδή τούς ἔκανε ἕνα χριστολογικό μάθημα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη! Ἔτσι πρέπει νά ἑρμηνεύουμε τήν Παλαιά Διαθήκη: Χριστολογικά! Ὅπως τήν ἑρμήνευσε ὁ Ἰησοῦς Χριστός στούς δύο συνοδοιπόρους του στήν πορεία πρός  Ἐμμαούς. Οἱ εὐαγγελιστές Ματθαῖος καί Ἰωάννης, πού ἀρέσκονται νά ἀνατρέχουν στήν Παλαιά Διαθήκη καί νά δείχνουν ἀπό αὐτήν ὅτι ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ εἶχε προφητευθεῖ ἀπό τούς προφῆτες, ἀκολουθοῦν κατά βάσιν τόν τρόπο διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στήν πορεία του πρός Ἐμμαούς.
Τό χριστολογικό αὐτό μάθημα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἦταν πολύωρο, γιατί δέν ἦταν μικρή ἡ ἀπόσταση ἀπό τήν Ἰερουσαλήμ πρός τούς Ἐμμαούς. Ἦταν ἑξῆντα στάδια (βλ. Λουκ. 24,13), ἕντεκα περίπου χιλιόμετρα. Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς μᾶς λέγει συνεχίζοντας τήν ἀφήγησή του: «Καί πλησίασαν στό χωριό στό ὁποῖο ἐπήγαιναν. Αὐτός δέ – δηλαδή ὁ Χριστός – προσποιήθηκε ὅτι πηγαίνει μακρύτερα. Ἀλλ᾿ αὐτοί τόν ἐπίεζαν καί τοῦ ἔλεγαν: “Μεῖνε μαζί μας, γιατί πλησιάζει ἡ ἑσπέρα καί ἡ ἡμέρα εἶναι σχεδόν στό τέλος”» (Λουκ. 24,28-29). Μέ τά λόγια αὐτά δέν πρέπει νά ὑποθέσουμε ὅτι ἄρχισε νά νυκτώνει. Ἡ ἔκφραση «ἑσπέρα» μπορεῖ νά χρησιμοποιηθεῖ καί γιά τό μεσημέρι ἀκόμη. Σημαίνει γενικά τό ἀπόγευμα. Ἄν ὑποθέσουμε, δηλαδή, ὅτι οἱ δύο, ὁ Λουκᾶς καί ὁ Κλεόπας, ξεκίνησαν ἀπό τά Ἰεροσόλυμα στίς ἐννέα τό πρωί, θά ἔφθασαν στούς Ἐμμαούς στίς τρεῖς τό ἀπόγευμα. Στήν συνέχεια μᾶς λέγει ὁ Λουκᾶς ὅτι ὁ Ἰησοῦς «μπῆκε γιά νά μείνει μαζί τους. Ὅταν κάθισε στό τραπέζι μαζί τους, ἐπῆρε τό ψωμί, τό εὐλόγησε καί ἀφοῦ τό ἔκοψε τούς τό ἔδωσε. Τότε ἀνοίχτηκαν τά μάτια τους καί τόν ἀνεγνώρισαν, ἀλλά αὐτός ἔγινε ἄφαντος. Καί εἶπαν μεταξύ τους: “Δέν ἔκαιε μέσα μας ἡ καρδιά μας, καθώς μᾶς μιλοῦσε στό δρόμο καί μᾶς ἐξηγοῦσε τίς Γραφές;”».  Στό περιστατικό αὐτό οἱ δύο μαθητές, ὅπως μᾶς λέει παρακάτω ἡ ἀφήγηση, γνώρισαν τόν Χριστό «ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου» (Λουκ. 24,29-35).
Τί σημαίνει ἡ ἔκφραση αὐτή «ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου»; Σημαίνει τό κόψιμο τοῦ ἄρτου, τοῦ ψωμιοῦ. Ἐπειδή ὅμως κατά τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας γίνεται ὁ τεμαχισμός τοῦ ἡγιασμένου Ἄρτου γιά τήν Θεία Κοινωνία τῶν πιστῶν, γι᾿ αὐτό στήν πρώτη Ἐκκλησία ἡ ἔκφραση «κλάσις τοῦ ἄρτου» ἐσήμαινε τήν θεία Εὐχαριστία. Αὐτό ὅμως ἄραγε σημαίνει ἡ φράση καί ἐδῶ στήν περίπτωσή μας; Ὅτι, δηλαδή, οἱ δύο μαθητές, ἀπό τόν τρόπο πού ὁ ἄγνωστός τους ἔκοψε τό ψωμί, γνώρισαν ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, γιατί ἔτσι κοβόταν ὁ ἄρτος στήν θεία Εὐχαριστία; Ἀλλά πρίν ἀπό τρεῖς - τέσσερις ἡμέρες ὁ Χριστός παρέδωσε τό μυστήριο αὐτό. Καί τό παρέδωσε ἀποκλειστικά στόν κύκλο τῶν στενῶν μαθητῶν του, στούς ὁποίους δέν ἦταν ὁ Λουκᾶς καί ὁ Κλεόπας. Πῶς λοιπόν γνώριζαν οἱ μαθητές γιά τόν Χριστό τόν τρόπο τεμαχισμοῦ τοῦ ἄρτου κατά τήν θεία Εὐχαριστία, μυστήριο τό ὁποῖο δέν ἐτελεῖτο ἀκόμη; Γι᾿ αὐτό θά ἑρμηνεύαμε καλύτερα τήν ἔκφραση περί τῶν δύο μαθητῶν Λουκᾶ καί Κλεόπα, ὅτι γνώρισαν τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ «ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου», ὅτι σημαίνει ἁπλᾶ, ὅτι τόν γνώρισαν ὅταν ἔστρωσαν τραπέζι. Ἡ ἔκφραση «κόβω ψωμί» σημαίνει γενικά «στρώνω τραπέζι» γιά φαγητό. «Κόβω ψωμί» γιά νά φᾶμε. Οἱ δύο ὁδοιπόροι πρός Ἐμμαούς γνώρισαν καί πρίν ἀπό τήν «κλάση τοῦ ἄρτου» τόν Χριστό, ὅπως τό ὁμολόγησαν καί οἱ ἴδιοι ἀργότερα: «Δέν ἔκαιε μέσα μας ἡ καρδιά μας, καθώς μᾶς μιλοῦσε στό δρόμο καί μᾶς ἐξηγοῦσε τίς Γραφές;». Τόν γνώρισαν ὅμως καλύτερα καί μέ βεβαιότητα «ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου», ὅταν δηλαδή μπῆκε σπίτι τους καί τοῦ ἔστρωσαν τραπέζι γιά φαγητό.

3. Οἱ δύο μαθητές, πού εἶδαν τόν ἀναστάντα Κύριο καί τόση ὥρα συνομίλησαν μαζί του, δέν μπόρεσαν νά κρατήσουν τήν χαρά τους. Γι᾿ αὐτό «σηκώθηκαν ἀμέσως καί ἐπέστρεψαν στήν Ἰερουσαλήμ», γιά νά συναντήσουν τούς ἕντεκα μαθητές. Πρέπει νά ἔφθασαν στά Ἰεροσόλυμα κατά τίς 10 τό βράδυ. Ἔψαξαν γιά νά βροῦν τούς μαθητές καί τούς βρῆκαν τέλος πάντων σέ κάποιο ἀσφαλές καταφύγιο κλεισμένους ἐκεῖ «γιά τόν φόβο τῶν Ἰουδαίων» (Ἰω. 20,19). Ὅταν τούς ἀντίκρυσαν γιά νά τούς ποῦν τό περιστατικό τους πρός Ἐμμαούς, οἱ ἕντεκα δέν τούς ἄφησαν νά μιλήσουν· πρόφθασαν καί τούς εἶπαν αὐτοί πρῶτοι  μέ συγκίνηση ὅτι «ἀληθινά ἀναστήθηκε ὁ Κύριος καί ἐμφανίστηκε στόν Σίμωνα» (Λουκ. 24,34).
Ἀπό τήν πληροφορία αὐτή τῶν ἕντεκα μαθητῶν ἔχουμε μαρτυρία καί γιά τήν ἄλλη αὐτή ἐμφάνιση τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ στόν ἀπόστολο Πέτρο, ἡ ὁποία ἔγινε μετά τήν ἐμφάνισή του στήν Μαρία τήν Μαγδαληνή. Καί ὁ Πέτρος ἔτρεξε καί μετέδωσε καί στούς ἄλλους μαθητές τήν ἐμφάνιση τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ σ᾿ αὐτόν. Οἱ μαθητές βέβαια πίστευσαν τόν Πέτρο, ἐνῶ δέν εἶχαν πιστεύσει προηγουμένως τήν μαρτυρία τῆς Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς περί τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Γι᾿ αὐτή τήν ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ στόν Πέτρο δέν μᾶς μιλοῦν οἱ Εὐαγγελιστές· μᾶς λέει ὅμως γι᾿ αὐτήν ὁ ἀπόστολος Παῦλος (βλ. Α΄ Κορ. 15,5). Μέ τήν ἐμφάνισή του αὐτή ὁ ἀναστάς Κύριος στόν Πέτρο ἔδειξε ὅτι τόν συνεχώρησε γιά τήν ἄρνησή του, ἐπειδή αὐτός μετενόησε γι᾿ αὐτήν, πράγμα πού δέν ἔκανε ὁ Ἰούδας γιά τήν προδοσία του.
Ὅταν τέλος πάντων οἱ δύο ὁδοιπόροι μπόρεσαν νά μιλήσουν, εἶπαν καί αὐτοί μέ τήν σειρά τους ὅ,τι τούς συνέβηκε. Ὅτι, δηλαδή, ἐμφανίστηκε καί σ᾿ αὐτούς ὁ Χριστός στήν πορεία τους πρός Ἐμμαούς καί ὅτι συνομίλησαν πολλές ὧρες μαζί του. Περιέργως ὅμως ἡ ἀγγελία τους αὐτή ἀκούστηκε μέ πολλή ψυχρότητα καί δυσπιστία ἀπό τούς ἕντεκα  (βλ. Μάρκ. 16,12). Γιατί ἄραγε; Ἴσως αὐτό νά ἦταν κάποια δυσπιστία στούς δυό αὐτούς κατοίκους τῆς Ἐμμαούς· ἴσως νά ἦταν κάποια ζηλοτυπία, γιατί αὐτοί οἱ δύο ἄσημοι ἀξιώθηκαν τῆς ἴδιας τιμῆς πού ἀξιώθηκε ὁ ἀπόστολος Πέτρος καί πού αὐτοί οἱ ἄλλοι μαθητές δέν εἶχαν ἀκόμη ἀξιωθεῖ. Οἱ δύο ὅμως ὁδοιπόροι ἐπέμειναν πολύ καί μέ βεβαιότητα στήν πληροφορία τους καί οἱ μαθητές ἤ μερικοί τοὐλάχιστον ἀπό αὐτούς θά ἐπέμειναν ἀκόμη στήν ἄρνησή τους (βλ. πάλι Μάρκ. 16,12)· γι᾿ αὐτό καί πρέπει νά ὑποθέσουμε ὅτι ἡ συζήτησή τους γιά τό θέμα θά ἐκράτησε μέχρι ἀργά τήν νύχτα. Αὐτό σημαίνει τό «ἐξηγοῦντο τά ἐν τῇ ὁδῷ», πού ἀναφέρει ὁ Λουκᾶς περί τῶν δύο κατοίκων τῆς Ἐμμαούς.

Εὐχαριστῶ πού μέ ἀκούσατε.

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!



(Ραδιοφωνική Ἐκπομπή τήν 13η Μαΐου 2008)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε να γράφετε τα σχόλιά σας με τρόπο ευπρεπή καί όχι στα greeklish, για να μην δυσκολεύετε τον αναγνώστη.