Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2015

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΙΩΗΛ 1





1. Τό βιβλίο τοῦ προφήτη Ἰωήλ παίρνει ἀφορμή ἀπό τήν ἐμφάνιση τῆς ἀκρίδας στήν Παλαιστίνη καί περιγράφει τήν καταστροφή πού ἐπέφερε ἡ ἐπιδρομή αὐτή στά ἀμπέλια, στίς συκιές, στά ἐλαιόδεντρα, στά σιτηρά καί σ᾽ ὅλη τήν βλάστηση, ὥστε νά περιέλθουν σέ δυσχερῆ θέση οἱ ἀμπελουργοί, οἱ γεωργοί καί γενικά ὅλοι οἱ ἄνθρωποι (1,2-12). Μετά ἀπό αὐτή τήν περιγραφή τῆς ἐπιδρομῆς τῶν ἀκρίδων καί τῆς καταστροφῆς πού ἐπέφεραν αὐτές, ὁ προφήτης προτρέπει τούς ἱερεῖς νά καλέσουν τόν λαό καί νά κηρύξουν ἱερή νηστεία καί θρῆνο, ὁ ὁποῖος καί πραγματικά ἀκολουθεῖ περιγράφοντας μέ ζωηρά χρώματα τήν συμβᾶσα συμφορά (1,13-20).

2. Ὁ Θεός, ὅπως φαίνεται, δέν ἀνταποκρίθηκε στόν θρῆνο τοῦ λαοῦ, γι᾽ αὐτό καί ἀκολουθεῖ δεύτερη περιγραφή τῆς ἐπιδρομῆς τῶν ἀκρίδων, μέ ζωηρότερη μάλιστα τώρα περιγραφή τοῦ κινδύνου πού προξένησαν (2,1-11). Καί, ὅπως κατά τήν πρώτη περιγραφή, γίνεται καί τώρα προτροπή γιά νηστεία, θρῆνο καί γιά παράκληση πρός τόν Θεό (2,12-17). Καί ὁ Θεός τώρα εἰσακούει τήν δέηση τοῦ λαοῦ καί ὑπόσχεται νά ἀπομακρύνει τόν κίνδυνο καί νά φέρει εὐφορία στούς καρπούς τῆς γῆς· ἀκόμα δέ περισσότερο ὁ Θεός ὑπόσχεται τώρα διαρκῆ τήν μέλλουσα εὐτυχία τοῦ Ἰσραήλ (2,18.27). Πρός τήν τελευταία αὐτή ἐπαγγελία, τήν σχετική μέ τό μέλλον τοῦ Ἰσραήλ, συνδέονται καί τά ἑπόμενα 3-4 κεφάλαια, πού μιλοῦν ἀποκλειστικά γιά τήν ἔσχατη ἡμέρα καί προαναγγέλλουν τήν ἔκχυση τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ στούς υἱούς τοῦ Ἰσραήλ (3,1-5), τήν κρίση τῶν ἐθνῶν, τήν νίκη τοῦ Θεοῦ καί τήν αἰώνια δόξα τοῦ Ἰσραήλ (4,1-21).
Ἔτσι, τό βιβλίο τοῦ Ἰωήλ διαιρεῖται σέ δύο διακρινόμενα μεταξύ τους μέρη: τό πρῶτο μέρος (κεφ. 1-2) ὡς θέμα ἔχει τήν ἐπιδρομή τῆς φοβερῆς ἀκρίδας, τό δεύτερο (κεφ. 3-4) τήν ἐσχάτη ἡμέρα. Ἀλλά πῶς συνδέονται τά δύο αὐτά μέρη τοῦ βιβλίου, πού ἔχουν διάφορο θέμα; Ἡ ἑρμηνεία εἶναι ἁπλῆ: Ὁ προφήτης Ἰωήλ ἐξέλαβε τήν φοβερή ἐπιδρομή τῶν ἀκρίδων, πού ἔζησε, ὡς προάγγελο τῆς ἔσχατης ἡμέρας. Καί παίρνοντας, λοιπόν, ἀφορμή ἀπό τήν ἐπιδρομή αὐτή τῶν ἀκρίδων ἐκθέτει τήν διδασκαλία γιά τήν ἐσχάτη ἡμέρα, ἡ ὁποία, ὡς φαίνεται, τοῦ εἶναι νοσταλγική.
3. Τό ἴδιο τό βιβλίο τοῦ προφήτη Ἰωήλ δέν μᾶς δίνει κανένα χρονολογικό προσδιορισμό γιά νά καθορίσουμε ἀκριβῶς πότε γράφτηκε. Παλαιά ἐπικρατοῦσε ἡ γνώμη ὅτι ὁ Ἰωήλ ἤκμασε κατά τούς χρόνους τοῦ Ὠσηέ καί τοῦ Ἀμώς. Ἀκόμη καί νεώτεροι ἑρμηνευτές ὑποστήριξαν τό ἴδιο καί μάλιστα ἐπί τό ὑπερβολικότερον, γιατί ἀνέβασαν τό βιβλίο τοῦ Ἰωήλ ἕνα αἰώνα παλαιότερα. Ἀλλά ἡ γνώμη αὐτή ἀποκρούστηκε στά νεώτερα χρόνια. Ἡ ἐπιμελέστερη σπουδή τῶν στοιχείων τοῦ βιβλίου τοῦ Προφήτη ὁδήγησε πολλούς νεώτερους ἑρμηνευτές νά κατεβάσουν τήν σύνθεσή του στά χρόνια τῆς βαβυλώνιας αἰχμαλωσίας ἤ μετά ἀπό αὐτήν. Θά παραθέσουμε, μέ ὅση μποροῦμε ἁπλότητα, δέκα δυνατά ἐπιχειρήματα ὑπέρ τῆς γνώμης αὐτῆς, ὅπως τά παραθέτει ὁ μακαριστός διδάσκαλός μας Βασίλειος Βέλλας στήν μελέτη του ἐπί τοῦ προφήτου Ἰωήλ (βλ. Δωδεκαπρόφητον):
) Στό 4,2 τοῦ βιβλίου γίνεται λόγος γιά τόν διασκορπισμό τοῦ Ἰούδα στά ἔθνη καί στό 4,17 προϋποτίθεται ἅλωση καί καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ· αὐτά μπορεῖ νά ἀναφέρονται μόνο στό γεγονός τῆς βαβυλώνιας αἰχμαλωσίας, τό 586 π.Χ., ἡ ὁποία προϋποτίθεται ὅτι εἶχε γίνει. (β) Ἡ φράση ἔπειτα στό 4,1 «θά μεταστρέψω τήν τύχη τοῦ Ἰούδα καί Ἰσραήλ» εἶναι στήν Παλαιά Διαθήκη ὅρος πρός δήλωση τῆς βαβυλώνιας αἰχμαλωσίας, ἡ ὁποία φαίνεται ὡς συμβᾶσα. (γ) Στό βιβλίο τοῦ Προφήτη δέν ἀναφέρεται πουθενά τό βόρειο βασίλειο τοῦ Ἰσραήλ, γιατί προφανῶς εἶναι κατεστραμμένο· ἄρα γράφτηκε μετά τήν καταστροφή τοῦ βασιλείου αὐτοῦ. Ἀντίθετα, ὁ συγγραφέας μεταχειρίζεται χωρίς διάκριση τό ὄνομα «Ἰσραήλ» καί γιά τό Ἰουδαϊκό βασίλειο (2,27· βλ. καί 4,2). Αὐτό εἶναι δεῖγμα τῶν μεταγενεστέρων χρόνων, κατά τούς ὁποίους περίμεναν ἀποκατάσταση τοῦ ἑνιαίου βασιλείου. (δ) Στό βιβλίο φαίνεται μῖσος κατά τῶν Ἐδωμιτῶν (4,19)· αὐτό κατανοεῖται ἀπό τήν συμβᾶσα βαβυλώνια αἰχμαλωσία, γιατί τότε οἱ Ἐδωμῖτες εἶδαν μέ χαρά τήν καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ (βλ. Ψαλμ. 136,7). (ε) Ἀκόμα ὁ συγγραφέας γνωρίζει ἕνα μόνο ναό, τόν ναό τῆς Ἱερουσαλήμ (1,9. 4,18), καί ἕνα μόνο κέντρο, τήν Ἱερουσαλήμ (2,1. 2,23. 3,5. 4,9. 16.17), ὅπως ἀκριβῶς περί τήν Ἱερουσαλήμ καί τόν ναό της συγκεντρωνόταν ἡ ἰουδαϊκή κοινότητα μετά τήν αἰχμαλωσία. (ς) Στό βιβλίο ἔπειτα τοῦ προφήτη Ἰωήλ ὡς ἀρχηγοί τῆς κοινότητας τοῦ λαοῦ φέρονται ἱερεῖς καί ὄχι βασιλεῖς (1,13 ἑξ. 2,1.15, ὅπως πραγματικά συνέβαινε στόν ἰουδαϊκό λαό μετά τήν αἰχμαλωσία. (ζ) Οἱ ἰδέες ἔπειτα τοῦ συγγραφέα εἶναι χαρακτηριστικές αὐτῶν τῶν μεταγενεστέρων χρόνων. Ὁ ἱερός συγγραφέας ἐπανειλημμένα δείχνει ἐνδιαφέρον γιά τήν καθημερινή σπονδή καί θυσία, γιά τήν tamid, πού εἶναι χαρακτηριστική τῶν βραδυτέρων χρόνων, τῶν χρόνων μετά τήν αἰχμαλωσία (1,9.13.2,14). Γενικώτερα ὁ συγγραφέας δίνει σημασία στήν λατρεία, τόν θρῆνο καί τήν νηστεία, ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό τῶν μετά τήν βαβυλώνια αἰχμαλωσία προφητῶν. (η) Ἡ ἐκδοχή ἔπειτα τῆς ἀκρίδας ὅτι προαγγέλλει τήν ἐσχάτη ἡμέρα καί ἡ πλούσια ἀνάπτυξη τῆς ἔννοιας τῶν ἐσχάτων ἡμερῶν, μαρτυροῦν τήν νοσταλγία καί τόν πόθο γιά τήν ἔλευση τῆς μεγάλης ἡμέρας τῆς λύτρωσης· δείχνουν ὅτι ἡ ἰουδαϊκή κοινότητα ζῆ ὑπό δυσμενεῖς συνθῆκες καί παρηγορεῖται μέ τήν ἐσχατολογική προσδοκία. Αὐτό προσαρμόζεται μέ τούς δυσμενεῖς χρόνους τοῦ ἰουδαϊκοῦ λαοῦ μετά τήν αἰχμαλωσία. (θ) Ὁ συγγραφέας ἔπειτα μεταχειρίζεται λέξεις πού ἀπαντοῦν μόνο σέ βραδύτερα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί ἀκόμη μεταχειρίζεται καί πολλούς ἀραμαϊσμούς. (ι) Τέλος, στήν ἐσχατολογική διδασκαλία ὁ προφήτης Ἰωήλ σέ πολλά σημεῖα φαίνεται νά εἶναι ἐξαρτημένος ἀπό τόν Ἰεζεκιήλ, γνωρίζει τόν Μιχαία καί πιθανόν καί τόν Ὀβδιού. Ἄρα ἔζησε μετά καί ὄχι πρίν ἀπό τούς προφῆτες αὐτούς.
Γιά ὅλους λοιπόν τούς παραπάνω λόγους πρέπει τήν σύνθεση τοῦ βιβλίου τοῦ προφήτη Ἰωήλ νά τοποθετήσουμε στούς μετά τήν αἰχμαλωσία χρόνους. Δέν φαίνεται ὅμως ὁ συγγραφέας νά γνωρίζει τήν ἅλωση τῆς Αἰγύπτου (βλ. 4,19) ἀπό τόν Ἀρταξέρξη τόν Γ´ τό 343 π.Χ., ὅπως δέν γνωρίζει καί τήν Μακεδονική ἐποχή. Ἑπομένως ἡ συγγραφή τοῦ βιβλίου πρέπει νά ἔγινε πρίν ἀπό τήν ἐποχή αὐτή. Κατά τόν διδάσκαλο Βέλλα, μαζί μέ ἄλλους σπουδαίους ἑρμηνευτές, τήν συγγραφή τοῦ βιβλίου πρέπει νά θέσουμε κατά τά ἔτη 500-400 π.Χ. Πρώτη ἀναφορά τοῦ βιβλίου ἔχουμε στό Σοφ. Σειράχ 49,10.
4. Γιά τόν προφήτη Ἰωήλ δέν ξέρουμε τίποτα ἄλλο παρά τό ὄνομα τοῦ πατέρα του Βαθουήλ (Ἑβρ. Πεθουέλ). Τό ὄνομα «Ἰωήλ» σημαίνει «ὁ Γιαχβέ εἶναι ὁ Θεός», φέρουν δέ καί ἄλλα πρόσωπα στήν Παλαιά Διαθήκη τό ὄνομα αὐτό (Α´ Βασ. 8,2. Α´ Παραλ. 6,18.21 κ.ἄ.). Εἶπαν ὅτι ὁ Ἰωήλ εἶναι πλαστό ὄνομα, ὅτι προῆλθε δῆθεν ἀπό ἀναγραμματισμό τοῦ ὀνόματος «Ἐλίγιαχ» (= Ἠλίας), γιά νά δηλώσουν ὅτι αὐτός εἶναι ὁ ἄγγελος τῆς ἐλεύσεως τοῦ Θεοῦ, πού διακηρύσσεται ἀπό τόν προφήτη Μαλαχία (3,1. 4,1). Ἡ γνώμη αὐτή δέν εἶναι καθόλου σωστή· ὁ Ἰωήλ εἶναι ὁρισμένο ἱστορικό πρόσωπο, ἀφοῦ μάλιστα ἀναφέρεται καί τό ὄνομα τοῦ πατέρα του. Ἀπό τό βιβλίο του μποροῦμε νά συμπεράνουμε ὅτι ὁ Ἰωήλ ἦταν Ἰουδαῖος, γιατί κέντρο τῶν προφητειῶν του ἀποτελεῖ ἡ Ἱερουσαλήμ καί ὁ ναός της καί οἱ ἐπαγγελίες του ἀναφέρονται στόν Ἰούδα. Ἀπό τό βιβλίο δέν φαίνεται ἄν καταγόταν ἀπό ἱερατικό γένος ἤ ἄν ὁ ἴδιος ἦταν ἱερεύς. Τό ἐνδιαφέρον του γιά τήν θυσία, τήν σπονδή, τήν λατρεία καί τήν νηστεία δέν προϋποθέτει ἀναγκαίως καί ἱερέα, ἀλλά ἑρμηνεύεται ἀπό τήν μεταιχμαλωσιακή ἐποχή, τήν ὁποία ζῆ ὁ Προφήτης. Ἀπό τήν ὡραία καί ὁμαλή γλώσσα τοῦ βιβλίου τοῦ προφήτη Ἰωήλ καί ἰδίως ἀπό τήν ἐξάρτησή του ἀπό τούς προηγούμενους προφῆτες, μποροῦμε νά συμπεράνουμε ὅτι αὐτός θά ἔτυχε κάποιας μορφώσεως, ὅτι μελέτησε καί σπούδασε τήν προγενέστερη ἰσραηλιτική φιλολογία.
5. Ἡ διδασκαλία τοῦ προφήτη Ἰωήλ εἶναι ἁπλή. Κέντρο αὐτῆς εἶναι ὁ Θεός, τόν Ὁποῖο, ὅπως ὁ Ἀμώς καί ὁ Ἡσαΐας, παριστάνει ἀπόλυτο κύριο τῆς φύσης καί τῆς ἱστορίας ὅλων τῶν λαῶν. Ὁ Θεός, κατά τόν Ἰωήλ, στέλνει τήν βροχή καί προκαλεῖ τήν βλάστηση (1,19 ἑξ.), Αὐτός ἀποστέλλει τίς ἀκρίδες, οἱ ὁποῖες παριστάνονται ὡς ὄργανά Του (2,11,15), Αὐτός προκαλεῖ τά φοβερά οὐράνια φαινόμενα (2,11), σ᾽ Αὐτόν ἀνήκει ἡ γῆ (1,6.2,17.18.26.), Αὐτός συναθροίζει τούς λαούς, γιά νά τούς καταθλίψει σάν σταφύλια (4,9 ἑξ.) καί Αὐτός δεσπόζει ἀπόλυτα μετά τήν φοβερή κρίση του στά ἔθνη (4,17).
Δέν παρουσιάζει ὅμως ὁ Ἰωήλ τόν Θεό ὡς μία τυφλή δύναμη πού δρᾶ αὐθαίρετα στήν φύση καί στήν ἱστορία, ἀλλά τόν παρουσιάζει ἐλεήμονα, οἰκτίρμονα, μακρόθυμο, πολυέλεο καί εὔσπλαγχνο (2,13). – Τήν αἰτιώδη σχέση μεταξύ ἁμαρτίας καί ἐξωτερικῆς δυστυχίας, πού διατύπωσαν προηγούμενοι προφῆτες, τήν γνωρίζει καί ὁ Ἰωήλ (2,12-13).
Παρά τήν σημασία πού ἀποδίδει ὁ Ἰωήλ στήν λατρεία καί τήν νηστεία, δέν ἀρκεῖται ὅμως στήν τυπική τέλεσή της, ἀλλά, ἀληθινός προφήτης αὐτός, ζητάει ἀπό τόν ἄνθρωπο ἐσωτερική συντριβή καί μετάνοια (βλ. στίχ. 2,12.13). Τήν ἐπιδρομή τῆς ἀκρίδας ὁ Προφήτης τήν θεωρεῖ προάγγελο τῆς ἐσχάτης ἡμέρας· γι᾽ αὐτό καί ἀπό τήν ἐπιδρομή αὐτή μεταπηδάει στήν ἐσχατολογική διδασκαλία, στήν ὁποία διαγράφει τό λαμπρό μέλλον τοῦ Ἰούδα, πού ἀποτελεῖ τόν ἰδιαίτερο σκοπό τοῦ βιβλίου. – Σάν γνήσιος Ἰουδαῖος ὁ Ἰωήλ πονάει μαζί μέ τόν λαό γιά τήν συμβᾶσα συμφορά τῶν ἀκρίδων, ἀλλά, σάν προφήτης, ἑρμηνεύει τήν συμφορά αὐτή ὡς ἐλθοῦσα ἀπό τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος καί μόνο μπορεῖ νά τήν ἀποτρέψει καί ἐπιδεικνύει ἀδιάσειστη τήν πίστη στόν Θεό γιά τό λαμπρό μέλλον τοῦ Ἰούδα μεταβάλλοντας ἔτσι τήν φοβερή ὄψη τῆς παρούσας καταστροφῆς. Ἔτσι, στόν Ἰωήλ δέν ἔχουμε ἁπλᾶ μιά περιγραφή κάποιας φοβερῆς καταστροφῆς, ἀλλά στό δεύτερο μέρος τοῦ βιβλίου του διατρανώνεται προφητικά ἡ πίστη στό μέλλον τοῦ Ἰούδα. Καί σ᾽ αὐτό ἀκριβῶς τό σημεῖο ἔγκειται τό προφητικό στοιχεῖο καί μεγαλεῖο τοῦ Ἰωήλ: Στήν ἐσχατολογική του πίστη. Ἦταν δέ τότε, ἐκεῖνα τά δύσκολα χρόνια γιά τήν ἰουδαϊκή κοινότητα, πολύ ἀναγκαῖο τό κήρυγμα τῆς πίστης στήν ἔλευση τῆς μεγάλης ἡμέρας τῆς λύτρωσης τοῦ Ἰούδα.
Πρέπει ὅμως νά σημειώσουμε καί μάλιστα νά τονίσουμε ὅτι ἡ ἐσχατολογική διδασκαλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης θέλει ἰδιαίτερη σπουδή· γιατί δέν ἐφαρμόζεται ἀποκλειστικά στά τέλη τῶν αἰώνων, τά κυρίως ἔσχατα χρόνια, ἀλλά καί στήν Μεσσιανική ἐποχή· κυρίως μάλιστα ἐφαρμόζεται στήν ἐποχή αὐτή, γιατί ἔσχατα χρόνια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἡ ἐποχή δηλαδή κατά τήν ὁποία τελειώνει ὁ σκοπός της, εἶναι ἡ ἐποχή τῆς ἐλεύσεως τοῦ Μεσσία. Ἀναφέρονται ὅμως χωρία καί περικοπές τῆς Π.Δ. καί στήν κυρίως ἐσχατολογική ἐποχή καί ἔργο τοῦ ἑρμηνευτῆ θεολόγου εἶναι νά διαχωρίζει τίς περικοπές αὐτές καί τά χωρία αὐτά, γιατί ἀνεφέρονται σύμμεικτα μέ τίς Μεσσιανικές προφητεῖες. Ἐπαναλαμβάνουμε ὅτι οἱ ἐσχατολογικές περικοπές τοῦ προφήτη Ἰωήλ ἐφαρμόζονται κυρίως στήν Μεσσιανική ἐποχή καί πρέπει, λοιπόν, νά ἑρμηνευθοῦν χριστολογικά.
Ὁ προφήτης Ἰωήλ κατέστη ἰδιαίτερα ὀνομαστός γιά τήν προφητεία του περί τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ. Ἡ μνήμη του ἀπό τήν Ἐκκλησία μας ἑορτάζεται στίς 19 Ὀκτωβρίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε να γράφετε τα σχόλιά σας με τρόπο ευπρεπή καί όχι στα greeklish, για να μην δυσκολεύετε τον αναγνώστη.